Η ψυχοθεραπεία είναι μία θεραπευτική διαδικασία που γίνεται με λόγια. Μόνος (ατομική ψυχοθεραπεία) ή μέσα σε μια μικρή ή μεγάλη ομάδα (ομαδική ψυχοθεραπεία) ο ενδιαφερόμενος συνομιλεί με το θεραπευτή του (συνήθως ψυχίατρο ή ειδικό ψυχολόγο) για τα θέμα που τον απασχολούν.
Με τα λόγια γίνεται προσπάθεια να εκφραστούν τα συναισθήματα, οι μύχιες σκέψεις
τα όνειρα και οι προσδοκίες, οι ματαιώσεις και οι απογοητεύσεις, οι φόβοι και οι δυσκολίες μας στις σχέσεις μας με τους άλλους ή με τον εαυτό μας.
Συστήνουμε τη ψυχοθεραπεία σε ανθρώπους που βιώνουν άγχος, ψυχικό άλγος ή και βρίσκονται βαθιά μέσα τους. Επίσης σε ανθρώπους που δεν αισθάνονται να υποφέρουν ψυχικά αλλά παρουσιάζουν τις λεγόμενες ψυχοσωματικές ασθένειες(άσθμα, έκζεμα, αιμορραγική κολίτιδα κ.α.)
Οι συναντήσεις με τον ειδικό επαναλαμβάνονται κάθε εβδομάδα ή κάθε δεκαπέντε μέρες ή με άλλο ρυθμό. Η συνολική χρονική διάρκεια της ψυχοθεραπείας δεν μπορεί να οριστεί εκ των προτέρων γιατί ο καθένας έχει το δικό του ρυθμό και τις δικές του ανάγκες ή προτεραιότητες.
Παρ’ όλα αυτά τίθεται πάντοτε ένα πλαίσιο γι’ αυτές τις συναντήσεις, μία συμφωνία μεταξύ θεραπευτή και ενδιαφερόμενου, στην αρχή της θεραπείας.
Υπάρχουν σύντομες μέθοδοι, όπως η βραχεία εστιακή ψυχοθεραπεία όπου εστιαζόμαστε σε ένα σύμπτωμα και η διάρκειά της είναι συγκεκριμένη, 12 συνολικά συνεδρίες.
Θα μπορούσαμε αδρά να ορίσουμε μια μέση διάρκεια γύρω στα δύο χρόνια.
Κι όλα αυτά προκειμένου να αναπτυχθεί μεταξύ των δύο συνομιλητών εκείνη η σχέση που θα φωτίσει τα προβλήματα του ενδιαφερόμενου με τέτοιο τρόπο ώστε να οδηγηθεί σ’ εκείνες τις αλλαγές που θα του επιτρέψουν να ζει καλύτερα.
Ο θεραπευτής δεσμεύεται από το απόρρητο καθώς και από την αποχή του από άλλες επαφές ή συναντήσεις με τον ενδιαφερόμενο, εκτός του συμφωνημένου πλαισίου.
Αν συμβεί αυτό, τότε χάνεται η δυνατότητα της ψυχοθεραπείας να μετατρέψει τη σχέση των δύο αυτών προσώπων σε επίγνωση, συνειδητοποίηση δηλαδή των θεμάτων του ασθενούς που θα διαφύγουν χωρίς να επιτελεστεί ο σκοπός της ψυχοθεραπείας. Γι’ αυτό οι δύο συνομιλητές πρέπει νάναι άγνωστοι μεταξύ τους και να συναντώνται μόνο για τη ψυχοθεραπεία.
Η ψυχοθεραπεία με τα παιδιά απαιτεί ειδικές γνώσεις και ειδικές ρυθμίσεις του πλαισίου καθώς τα λόγια δεν είναι ο συνήθης τρόπος επικοινωνίας με το παιδί. Έτσι προτιμώνται το παιχνίδι, το σχέδιο, οι πλαστικές κατασκευή μέσω των οποίων το παιδί θα «περάσει» τις σκέψεις του και τα προβλήματά του.
Ακόμη, η ψυχοθεραπευτική εργασία με το παιδί συνοδεύεται με ανάλογη προσέγγιση και των γονέων του, σε άλλοτε άλλο βαθμό, ενώ μια τέτοια εμπλοκή τις οικογένειας δεν χρειάζεται στη ψυχοθεραπεία των ενηλίκων.
Αυτά που μαθαίνει κάποιος κάνοντας μια προσωπική θεραπευτική πορεία φαίνονται καλύτερα στην παρακάτω επιστολή που μας απευθύνει η Κατερίνα, στο τέλος της ψυχοθεραπείας της:
Περπάτησα πολύ δρόμο…
Έμαθα πως ορισμένα εμπόδια μπορούμε να τα βλέπουμε και να τα αποφεύγουμε, αλλά και πως δεν μπορούμε να χαραμίζουμε όλο το χρόνο μας για να προφυλαχθούμε από αυτά, γιατί είναι ανώφελο και έπειτα δεν ξεκολλάμε πια… και η ακινησία είναι ένα προσωπείο του θανάτου. Και εγώ που είμαι στον κόσμο και ζωντανή θέλω, να ζω όσο πιο πολύ γίνεται.
Έμαθα να μην οπισθοχωρώ από το φόβο, να έχω υπομονή με τον εαυτό μου, να μ’ αγαπώ, να είμαι πιο ανεκτική, να μην αποζητώ την τελειότητα πάση θυσία, να σχετικοποιώ τις καταστάσεις και τις συμπεριφορές, να φοβάμαι λιγότερο τους άλλους, να αγαπώ και να μου το ανταποδίδουν.
Έμαθα να μένω μόνη, να υπολογίζω περισσότερο τις δυνάμεις μου, να μ’ εμπιστεύομαι, να χαίρομαι και να εκτιμώ ότι έχω.
Έμαθα να μην επιμένω με μανία στις καταστάσεις, όπου είμαι χαμένη, αλλά να σταματώ και να ξαναϋπολογίζω τα πάντα.
Έμαθα να είμαι νικήτρια, αλλά και να αποδέχομαι τις ήττες έμαθα να συνδέω τα αποθέματα και τις δυνατότητές μου με τις εξαρτίσεις μου.
Έμαθα να ακούω τη βαθιά φωνή των ονείρων μου και εκείνη του δέρματός μου, αλλά έμαθε και να μετρώ τα λόγια μου.
Έμαθα να κλαίω και να προχωρώ αλλά και να σταματώ και να περιμένω τη σωστή στιγμή.
Έμαθα να γελώ με τις χροντροκοπιές μου και να μην κοροϊδεύω τους άλλους.
Έμαθα να μην ντρέπομαι για τις αδυναμίες μου και να μην κρύβω τα δυνατά μου σημεία.
Έμαθα ότι η πορεία της ζωής μου είναι μοναδική, ανεπανάληπτη και μόνο δική μου, αλλά και πως σε κάθε σταθμό μπορώ να βρω συνταξιδιώτες.
Έμαθα πως σε μερικές περιπτώσεις η φωνή της ζωής μας είναι πιο ισχυρή από τη φωνή των συναισθημάτων και το πώς να την υπακούμε μας δίνει μεγαλύτερη δύναμη, για να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα και το μέλλον.
Έμαθα να μην υπερβάλω στις προσμονές μου αλλά και να μην αποσιωπώ τις ανάγκες και απαιτήσεις μου.
Έμαθα να αναγνωρίζω πότε νιώθω γεμάτη και ελαστική, όπως ο υδράργυρος, και πότε αισθάνομαι ελαφριά σαν τον αέρα η δροσερή σαν το νερό που ρέει…
Δεν τελείωσα ακόμη να μαθαίνω να γνωρίζω πως αυτό το πράγμα, όπως στο παρελθόν, θα φέρει μαζί του χαρές και δυσκολίες, στιγμές ενθουσιασμού και πόνου. Αλλά δεν μπορεί να γίνει αλλιώς, η ίδια η ζωή είναι φτιαγμένη από εναλλαγές.
Με σκοτάδι και φως, όπως η ημέρα και η νύχτα, από την ακολουθία των εποχών και των ανανεώσεων των κύκλων της φύσης…
Αλλ’ όμως εγώ πια ξέρω ότι ανήκω στη ζωή και πως μπορώ να την εμπιστευτώ…