Σε φάση περιδίνησης βρίσκεται η ελληνική αγορά φιλοξενίας, η οποία θα κληθεί φέτος να επιδείξει ισχυρές αντοχές προκειμένου να ξεπεράσει τις επιπτώσεις που επιφέρει η πανδημία του COVID-19 στον κλάδο, με δεκάδες ιδιοκτήτες να έχουν ήδη βάλει τις τελευταίες ημέρες πωλητήριο στις μονάδες τους υπό την πίεση της ρευστότητας.
Την ίδια ώρα, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, περισσότερα από 3.000 ξενοδοχεία δεν θα ανοίξουν το 2020, αφού οι ιδιοκτήτες τους θα επιδιώξουν δι’ αυτής της οδού να περιορίσουν τη ζημιά που θα προέλθει από τις χαμηλές πληρότητες.
Τα ξενοδοχεία που έχουν βάλει πωλητήριο, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, αφορούν κυρίως στη μικρή και τη μεσαία δυναμικότητα. Στην πλειονότητά τους δεν ανήκουν σε επαγγελματίες του τουρισμού. Αρκετές είναι οι περιπτώσεις πώλησης ακινήτων τα οποία βρίσκονται σε διαδικασία ανακαίνισης και δεν έχουν λειτουργήσει ακόμη ως ξενοδοχεία είτε βρίσκονται στο αρχικό στάδιο αναδιαμόρφωσης και έχουν εξασφαλίσει μόνο τις απαραίτητες άδειες.
«Οσοι δεν είναι επαγγελματίες ξενοδόχοι και η ενασχόλησή τους με τον τουρισμό ήταν συγκυριακή θα βγουν πρώτοι από την αγορά. Οι μεγάλοι όμιλοι εκτιμούμε ότι θα έχουν πιο ισχυρά αντανακλαστικά απορρόφησης των κραδασμών», επισημαίνουν κύκλοι της αγοράς στον «Ε.Τ.» της Κυριακής, διευκρινίζοντας, μάλιστα, πως το μεγαλύτερο πρόβλημα θα κληθούν να αντιμετωπίσουν όσοι απέκτησαν ξενοδοχείο/ακίνητο μέσα στο 2019 και δεν έχουν προλάβει ακόμη να απολαύσουν τις αποδόσεις που μπορεί να αποφέρει το asset.
Σε δημοφιλείς διαδικτυακούς τόπους για την αγορά και την πώληση ακινήτων, από την 1η έως τις 14 Απριλίου καταγράφηκαν 113 αγγελίες για την πώληση ξενοδοχείων στο σύνολο της χώρας.
Ο πραγματικός αριθμός των προς πώληση ξενοδοχείων μπορεί να είναι μεγαλύτερος από αυτόν που καταγράφεται στην έρευνα, αν ληφθεί υπόψη ότι υπάρχουν και άλλοι διαδικτυακοί τόποι που διαθέτουν αγγελίες με το εν λόγω περιεχόμενο. Οι δυσκολίες, βέβαια, που αντιμετωπίζει ο τουρισμός λόγω της εξάπλωσης του κορονοϊού δεν αποκλείεται να αυξήσουν περαιτέρω τον αριθμό των πωλήσεων τους επόμενους μήνες, οπότε θα φανεί το πλήρες μέγεθος των συνεπειών στην αγορά.
Οι τιμές των προς πώληση ξενοδοχείων διαμορφώνονται σύμφωνα με την τοποθεσία, την παλαιότητα, τα τετραγωνικά και τα αστέρια που διαθέτουν. Για παράδειγμα, υπάρχει αγγελία πώλησης ξενοδοχείου στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας, με θέα την Ακρόπολη, 9.000 τ.μ., 7 επιπέδων, αντί 60 εκατ. ευρώ.
Παράλληλα, στον Πειραιά και την Καλλιθέα -σε δημοσίευση αγγελιών των τελευταίων ημερών- διατίθενται προς πώληση ξενοδοχεία αντί 24 εκατ. ευρώ και 11 εκατ. ευρώ, αντίστοιχα.
Στη Χερσόνησο Ηρακλείου Κρήτης, την ημερομηνία ολοκλήρωσης της έρευνας, αναρτήθηκε αγγελία πώλησης ξενοδοχείου 45 δωματίων, 100 μ. από την παραλία, στην τιμή του 1,9 εκατ. ευρώ.
Από την άλλη πλευρά, έντονη είναι η προσφορά ξενοδοχείων στις Κυκλάδες. Ειδικότερα, τις τελευταίες μέρες του Μαρτίου αναρτήθηκαν αγγελίες πώλησης ξενοδοχείων σε Μύκονο και Σαντορίνη. Στη μεν Μύκονο, ξενοδοχείο 1.125 τ.μ., κατασκευής 1990, 6 κτιρίων των 42 δωματίων, πλήρως εξοπλισμένο, προσφέρεται στην τιμή των 15 εκατ. ευρώ ενώ στη Σαντορίνη νεόδμητο ξενοδοχείο 650 τ.μ., κατασκευής 2010, προσφέρεται στην τιμή των 2,6 εκατ. ευρώ.
Μόνο στην Αθήνα, πάντως, σύμφωνα με έρευνα του «Ε.Τ.» της Κυριακής, έχουν βγει προς πώληση τις τελευταίες δύο εβδομάδες περισσότερα από 50 ξενοδοχεία. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα ξενοδοχείου δυναμικότητας 200 δωματίων, που βρίσκεται στο κέντρο της πρωτεύουσας και διατίθεται προς πώληση έναντι 75 εκατ. ευρώ, καθώς και μίας ακόμη μονάδας 255 δωματίων που βρίσκεται στην Ομόνοια και πωλείται αντί 60 εκατ. ευρώ.
Την ίδια στιγμή, από τις 14 Μαρτίου, ημερομηνία κατά την οποία ανακοινώθηκε η αναστολή λειτουργίας των τουριστικών καταλυμάτων εποχικής λειτουργίας, μέχρι σήμερα, έχουν αναρτηθεί σε διαδικτυακές ιστοσελίδες δεκάδες ξενοδοχεία και συγκροτήματα τουριστικών κατοικιών προς πώληση σε όλη την Ελλάδα, με παράγοντες της αγοράς να εκτιμούν ότι ενδεχομένως η πανδημία θα οδηγήσει και σε νέα πωλητήρια το επόμενο χρονικό διάστημα.
Πάντως, η εξασφάλιση της βιωσιμότητας των τουριστικών επιχειρήσεων βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα τόσο της κυβέρνησης όσο και των εκπροσώπων του κλάδου, με το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο της Ελλάδος, μέσω της πρόσφατης έρευνας του ερευνητικού του οργάνου ΙΤΕΠ, να σημειώνει ότι οι τουριστικές επιχειρήσεις για την επανεκκίνησή τους θα χρειαστούν κεφάλαια κίνησης περίπου 1,8 δισ. ευρώ. Υπογραμμίζεται ότι λίαν προσφάτως ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ κ. Γιάννης Ρέτσος είχε εκτιμήσει ότι οι ανάγκες ρευστότητας των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων είναι της τάξεως του 1,5-2 δισ. ευρώ.
Εν όψει της τουριστικής σεζόν πληροφορίες αναφέρουν ότι περίπου 3.000 ξενοδοχειακές μονάδες σε όλη τη χώρα θα παραμείνουν με κατεβασμένα ρολά αυτό το καλοκαίρι.
Σε μία προσπάθεια να επιτύχουν οικονομίες κλίμακας και να μετριάσουν τις ήδη βαριές ζημιές τις οποίες έχουν καταγράψει εξαιτίας του μπαράζ ακυρώσεων που ενεργοποιήθηκε από τη διάδοση του Covid-19, πολλοί ξενοδόχοι εκτιμάται ότι δεν θα λειτουργήσουν φέτος τα καταλύματά τους.
«Σύμφωνα με μια πρώτη εικόνα που βλέπουμε ότι διαμορφώνεται, περίπου το 30% των ξενοδοχειακών μονάδων δεν θα ανοίξουν φέτος το καλοκαίρι. Ενδεχομένως πολλοί ξενοδόχοι να μεταφέρουν το άνοιγμα των καταλυμάτων τους προς το φθινόπωρο και αφού έχουν εξασφαλίσει μια ικανοποιητική πληρότητα, προκειμένου να περιορίσουν κατά το δυνατό το λειτουργικό κόστος και τις ήδη καταγεγραμμένες απώλειες», επισημαίνουν παράγοντες της τουριστικής αγοράς.
Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι μόνο τις πρώτες 20 μέρες από την εμφάνιση του φονικού ιού στη χώρα μας τα ελληνικά ξενοδοχεία κατέγραψαν απώλειες από τις ακυρώσεις δωματίων και συνεδρίων που ανέρχονται σε 522 εκατ. ευρώ.
Την ίδια στιγμή, οι πρώτες εκτιμήσεις για την πορεία του ελληνικού τουρισμού το 2020 κάνουν λόγο για μείωση τουλάχιστον 60% σε επίπεδο αφίξεων και αντίστοιχη πτώση 60%-70% σε επίπεδο εσόδων σε σχέση με το 2019, υπό την προϋπόθεση ότι θα κοπάσει η υγειονομική κρίση και ο τουρισμός θα αρχίσει να ανακάμπτει σταδιακά από τα μέσα Ιουλίου και μετά.
Υπενθυμίζεται ότι το 2019 ήταν έτος-ρεκόρ για τον ελληνικό τουρισμό, με τις αφίξεις να ξεπερνούν τα 34 εκατ. και τις εισπράξεις να διαμορφώνονται στα 18,2 δισ. ευρώ.
Πάντως, ο μεγαλύτερος όγκος των ξενοδοχείων, εποχικής ή συνεχούς λειτουργίας, που δεν θα λειτουργήσουν συγκεντρώνεται, με βάση τα πρώτα στοιχεία, σε περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας, όπου η τουριστική σεζόν παραδοσιακά είναι πιο μικρής διάρκειας -κυρίως λόγω των καιρικών συνθηκών- σε σχέση με τα νησιά και τις περιοχές της Νότιας Ελλάδας.
Το δίλημμα
Μεγαλύτερο είναι το ρίσκο που θα κληθούν να πάρουν οι ιδιοκτήτες ξενοδοχειακών αλυσίδων, εάν δεν μπορέσουν να εξασφαλίσουν ικανοποιητικές πληρότητες σε όλες τις μονάδες τους, με δεδομένο ότι το λειτουργικό κόστος των συγκεκριμένων καταλυμάτων είναι υψηλότερο έναντι των μικρότερων.
«Οι μικρότερες μονάδες, είτε είναι οικογενειακές είτε απασχολούν λίγα άτομα, είναι πιο εύκολο να ανοίξουν και να διαχειριστούν το κόστος λειτουργίας τους, είναι πιο ευέλικτες. Αντίθετα, είναι επίφοβο για έναν ιδιοκτήτη 2, 3 ή και περισσότερων ξενοδοχείων να λειτουργήσει όλες τις μονάδες του χωρίς να έχει εξασφαλίσει υψηλή πληρότητα. Ο ιδιοκτήτης μεγάλων μονάδων έχει διαφορετικά κριτήρια και θα ζυγίσει διαφορετικά εάν τον συμφέρει να λειτουργήσουν ή όχι τα ξενοδοχεία του και υπό ποίες προϋποθέσεις», τονίζουν οι ίδιες πηγές.
«Φέτος ενδεχομένως να δούμε να δημιουργούνται ομάδες, συνεργασίες μεταξύ ξενοδόχων που έχουν ομοειδή προϊόντα προκειμένου να μετριάσουν τα κόστη και να εξασφαλίσουν παράλληλα την απαιτούμενη πληρότητα, χωρίς να αναγκάζονται να ακυρώσουν κρατήσεις εξαιτίας υπερπροσφοράς ζήτησης», λένε πηγές της αγοράς, επισημαίνοντας, πάντως, πως μία τέτοια αλλαγή σκηνικού θα έχει επιπτώσεις στους εργαζομένους, πολλοί εκ των οποίων δεν θα μπορέσουν να εργαστούν αν δεν λειτουργήσουν τα καταλύματα στα οποία απασχολούνται. «Ζητάμε να δοθεί ένα επίδομα εργασίας ώστε να μπορέσουμε να καλύψουμε ένα μέρος του μισθολογικού κόστους και να απασχολήσουμε περισσότερα άτομα».
ΕΚΤΟΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
Στην έξοδο ισραηλινή εταιρία
Ενα βήμα πριν από την αποχώρησή της από την εγχώρια ξενοδοχειακή αγορά βρίσκεται εταιρία ισραηλινών συμφερόντων που δραστηριοποιείται χρόνια στον τουρισμό και διαθέτει ένα από τα «φιλέτα» της ελληνικής ξενοδοχειακής αγοράς. Πρόκειται για ξενοδοχείο πλησίον της πλατείας Συντάγματος που έχει εκμισθώσει και αναμενόταν η ανακαίνισή του. Οι πληροφορίες αναφέρουν πως ο ξενοδοχειακός όμιλος, ο οποίος σκόπευε φέτος να μπει δυναμικά στην εγχώρια αγορά με τη λειτουργία μονάδων στη Θεσσαλονίκη και 2 ακόμη στην περιφέρεια, προετοιμάζει την έξοδό του από την Ελλάδα.
ΣΧΕΔΙΟ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ
Ιδιαίτερη βαρύτητα αναμένεται να δοθεί φέτος το καλοκαίρι στην ενίσχυση του εσωτερικού τουρισμού, ο ρόλος του οποίου εκτιμάται ότι θα είναι καθοριστικής σημασίας όχι τόσο για τη συμμετοχή του στο ΑΕΠ της χώρας όσο για τη βιωσιμότητα των τουριστικών επιχειρήσεων.
Με δεδομένο, μάλιστα, ότι ο εσωτερικός τουρισμός αντιπροσωπεύει σήμερα κάτι λιγότερο από το 10% των συνολικών ταξιδιωτικών εισπράξεων και αφίξεων, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης εξετάζει σειρά μέτρων για την τόνωσή του. Στο πλαίσιο αυτό, οι πληροφορίες αναφέρουν ότι αναμένεται να δημιουργηθεί ένα νέο πρόγραμμα επιδότησης διακοπών για τους Ελληνες ταξιδιώτες.
Πηγή: Ελεύθερος Τύπος