Πώς την εντόπισε και την έβαλε στο μάτι – «Μου αντιστάθηκε όταν της είπα να μου δώσει την τσάντα της και τη μαχαίρωσα» είπε ο δολοφόνος της άτυχης κοπέλας
Λεπτό προς λεπτό περιγράφει στην απολογία του ο 58χρονος δολοφόνος της Δώρας Ζέμπερη το φρικτό σκηνικό του κοιμητηρίου της Ριζόύπολης.
Κυνικός και άκρως περιγραφικός μέσα από μία απολογία – «ποταμό» λέει τα πάντα στους αστυνομικούς.
Μέσα από τη δικογραφία, αποκαλύπτεται πως η Αστυνομία έφθασε στα ίχνη του εκμεταλλευόμενη ουσιαστικά το κινητό τηλέφωνο της Δώρας που ο δολοφόνος το είχε ανοικτό μέχρι και 45 λεπτά μετά το έγκλημα και ενώ εξέπεμπε από κεραία της Ομόνοιας όπου είχε πάει για να το «σπρώξει». Ο Πακιστανός ιδιοκτήτης του καταστήματος στη Σοφοκλέους αναγνώρισε μέσα από το υλικό της κάμερας που διαθέτει το κατάστημα τον δολοφόνο, μια εβδομάδα πριν τη σύλληψη του και οι αστυνομικοί χρειάστηκαν επτά ημέρες για να ταυτοποιήσουν τα στοιχεία του και να τον συλλάβουν στο Γαλάτσι.
Ολόκληρη η απολογία του δολοφόνου
Στην απολογία που έδωσε στους αστυνομικούς στις 11:30 το πρωί της Τρίτης ο 58χρονος τα λέει όλα: «Θα σας πω τι έγινε εκείνη την ημέρα με κάθε λεπτομέρεια. Από τότε, το σκέφτομαι κάθε μέρα και δεν μπορώ να κοιμηθώ. Δεν μπορώ ακόμη να χωνέψω πως έκανα τέτοιο κακό. Κατέστρεψα μια οικογένεια και αισθάνομαι πολύ άσχημα. Ξέρω ότι μια συγγνώμη δεν θα φέρει πίσω την κοπέλα. Ούτε θα καλυτερέψει την κατάσταση αλλά θέλω να την πω. Να σας όμως πρώτα μερικά πράγματα για μένα για να καταλάβετε πώς φθάσαμε μέχρι εδώ. Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Νέα Ιωνία. Εκεί στην οδό Ελλησπόντου είναι ακόμη το πατρικό σπίτι το οποίο έχω κάνει τα χαρτιά για να το πουλήσω. Έχω δυο παιδιά, ένα αγόρι που έχω υιοθετήσει και είναι 24 ετών και ένα κορίτσι που είναι 12 χρόνων. Η πρώην γυναίκα μου ζει στην Κόρινθο και με χώρισε το 2007, γιατί κατάλαβε ότι έπαιρνα την κάτω βόλτα με αυτά που είχα αρχίσει να κάνω. Παλαιότερα όταν ήμουν 46 χρόνων δούλευα ψαράς σε διάφορα καΐκια Αυτό συνεχίστηκε μέχρι και που παντρεύτηκα με τη γυναίκα μου. Μετά πήρα την κάτω βόλτα. Άρχισα τις κλοπές και τα ναρκωτικά. Έχω μπει δύο φορές φυλακή. Την πρώτη μπήκα για παραβάσεις του ΚΟΚ που είχα κάνει και τη δεύτερη για ναρκωτικά. Αποφυλακίστηκα από τη φυλακή της Χαλκίδας πριν λίγο καιρό, τον Ιούνιο του 2017. Μέσα μπήκα για ναρκωτικά. Από τότε που βγήκα από τη φυλακή, μένω σε ένα ισόγειο διαμέρισμα στην οδό Τανάγρας στο Γαλάτσι. Εκεί μένω με ένα άλλο παιδί που το λένε Γιώργο, πίνει ψυχοφάρμακα και έχω να τον δω κανά δυο μέρες. Δεν ξέρω πού έχει πάει. Δεν έχω πιάσει δουλειά από τότε που βγήκα από τη φυλακή και τα βγάζω πέρα με κλοπές που κάνω από εδώ και από εκεί. Οι πληγές που έχω στα χέρια μου είναι από τα σπασίματα των τζαμιών των αυτοκινήτων. Για κάτι τέτοιο πήγαινα και εκεί στο Β΄Νεκροταφείο Αθηνών. Όμως τα πράγματα εκεί στράβωσαν. Στο νεκροταφείο αυτό πήγαινα και παλαιότερα και έπαιρνα κάτι ασημένια κηροπήγια και καντήλια που έβρισκα εκεί. Κάτι τέτοιο ήθελα να κάνω και εκείνο το απόγευμα, αλλά η κακιά η ώρα το έφερε και μαζί μου κουβαλούσα ένα μαχαίρι, στιλέτο ήταν. Στο νεκροταφείο μπήκα από την πίσω πλευρά του, από την περίφραξη που είναι κοντά στις γραμμές. Δηλαδή για να καταλάβετε ήρθα από το γήπεδο της Ριζούπολης, πήδηξα την περίφραξη των γραμμών του τρένου, πέρασα τις γραμμές και σκαρφάλωσα την περίφραξη του νεκροταφείου. Μόλις μπήκα μέσα, πίσω μου είχα το γήπεδο από εκεί, περπάτησα δίπλα από το οστεοφυλάκια και επειδή δεν είδα κάτι που μπορούσα να πάρω, συνέχισα μέχρι που έφθασα σχεδόν στο κέντρο του νεκροταφείου. Εκεί, στάθηκα και είδα μια νεαρή κοπέλα να κλαίει μπροστά σε ένα τάφο. Η κοπέλα αυτή είχε μαύρα μαλλιά και φορούσε σκούρα ρούχα. Δίπλα της, στο πεζούλι, είχε αφήσει την τσάντα της που ήταν μπεζ το χρώμα. Την κοπέλα αυτή την έβλεπα πρώτη φορά στη ζωή μου. Δεν γνώριζα ούτε αυτή αλλά ούτε και την οικογένειά της. Κοίταξα γύρω μου και δεν είδα κάποιον εκεί κοντά. Μόνο κάτι γριές έβλεπα αλλά αυτές ήταν πολλά μέτρα μακριά. Τότε σκέφτηκα να πάω να πάρω την τσάντα της κοπέλας. Γιατί πίστευα ότι σίγουρα θα είχε μέσα κάποια χρήματα. Έτσι και έκανα. Την πλησίασα από πίσω, της έβγαλα το μαχαίρι και της είπα: “Δώσε μου την τσάντα σου τώρα!”. Εκείνη γύρισε ξαφνικά και άρχισε να με τραβάει και να χτυπιόμαστε. Ενώ φώναζε κιόλας. Εγώ κρατούσα στο δεξί μου χέρι το μαχαίρι και με το άλλο χέρι τραβούσα την τσάντα για να την πάρω. Χωρίς να καταλάβω πώς και ενώ παλεύαμε και πέφτανε γλάστρες και άλλα πράγματα γύρω μας, τη χτύπησα με το μαχαίρι. Δεν θυμάμαι ακριβώς πόσες φορές. Μετά, η κοπέλα που ήταν ματωμένη, άφησε την τσάντα της και άρχισε να τρέχει προς το κέντρο του νεκροταφείου, φωνάζοντας βοήθεια. Εγώ, γύρισα προς τα πίσω, δηλαδή προς το μέρος από το οποίο μπήκα στο νεκροταφείο, κρατώντας την τσάντα της κοπέλας στα χέρια μου. Έτρεχα κολλητά στην περίφραξη και τα οστεοφυλάκια. Στο δρόμο, δεν ξέρω αν έριξα κάτι, αλλά μέσα στον πανικό μου δεν μου φαίνεται απίθανο. Είχα σαστίσει εκείνη τη στιγμή, δεν ήξερα τι έκανα, είχα θολώσει. Όταν έφθασα στο σημείο από όπου είχα μπει στο νεκροταφείο, κοίταξα τα χέρια μου και είδα ότι ήταν γεμάτα αίματα. Τα αίματα, ήταν της κοπέλας γιατί εγώ δεν είχα χτυπήσει. Έβγαλα κάτι χαρτοπετσέτες που είχα στην κωλότσεπή μου και σκούπισα τα αίματα. Τις χαρτοπετσέτες αυτές δεν τις πήρα μαζί μου και πρέπει να τις άφησα στο νεκροταφείο. Αφού σκούπισα τα χέρια μου και το μαχαίρι με τις χαρτοπετσέτες σκαρφάλωσα την περίφραξη του νεκροταφείου. Από εκεί έβλεπα απέναντί μου το γήπεδο της Ριζούπολης. Ύστερα, κατέβηκα από την περίφραξη, ξαναπέρασα τις γραμμές του τρένου και πήδηξα πάλι την περίφραξη του. Από κει, πέρασα έξω από το γήπεδο της Ριζούπολης όχι όμως από την πλευρά που έχει ένα γηπεδάκι 5χ5 αλλά από την άλλη πλευρά που έχει ένα σταθμό της ΔΕΗ και περπάτησα για λίγη ώρα. Έφθασα σε ένα οικόπεδο με ξερά χόρτα και μπήκα μέσα από τη χαλασμένη περίφραξη για να κοιτάξω τι είχε μέσα η τσάντα. Δεν θυμάμαι να σας πω πού ακριβώς είναι το οικόπεδο αυτό η καρδιά μου χτυπούσε τόσο δυνατά που πήγαινε να σπάσει. Κοίταξα μέσα στην τσάντα και είδα ότι είχε ένα κινητό, ένα λευκό iPhone 5 με τα ακουστικά του, ένα πορτοφόλι με κάρτες από διάφορες τράπεζες και πέντε ευρώ και κάτι άλλα γυναικεία πράγματα που δεν θυμάμαι ακριβώς. Πήρα τα πέντε ευρώ και το κινητό με τα ακουστικά και την τσάντα με το πορτοφόλι και τα άλλα πράγματα που είχε μέσα τα άφησα εκεί. Μετά έφυγα από κει και σε διαφορετικούς κάδους απορριμμάτων πέταξα το μαχαίρι και την μπλούζα που φορούσα, μια φούτερ μπλούζα χρώματος κόκκινου γιατί είχε γεμίσει με τα αίματα της κοπέλας. Ξέχασα να σας πω ότι εκείνη την ημέρα φορούσα τα παπούτσια που φοράω και σήμερα που είναι μάρκας NIKE, μαύρου χρώματος με λευκή γραμμή. Φορούσα επίσης μπλου τζιν παντελόνι σκούρου χρώματος και τη φούτερ μπλούζα που σας είπα ότι πέταξα στον κάδο. Κάτω από τη φούτερ μπλούζα φορούσα ένα μαύρο κοντομάνικο μπλουζάκι με το οποίο έμεινα αφού πέταξα τη φούτερ μπλούζα στον κάδο. Μετά, πήρα το αστικό λεωφορείο και κατέβηκα στην Ομόνοια. Δεν θυμάμαι με ποιο λεωφορείο πήγα ακριβώς. Όπως σας είπα τα είχα χαμένα εκείνη την ώρα. Με το λεωφορείο έφθασα έξω από το Πολυτεχνείο και από εκεί πήγα με τα πόδια στην Ομόνοια. Φθάνοντας στην Ομόνοια ξεκίνησα για ένα μαγαζί που βρίσκεται στην οδό Σοφοκλέους και το έχουν κάτι Πακιστανοί. Εκεί, έχω ξαναπάει και παλαιότερα και έχω δώσει και άλλα πράγματα. Δεν θυμάμαι πόσες φορές πήγα στο μαγαζί αυτό για να πουλήσω το κινητό δηλαδή αν ήταν μία φορά ή δύο φορές, πάντως θυμάμαι ότι εκεί σίγουρα πούλησα το κινητό και τα ακουστικά για 20 ευρώ. Την ώρα που το πουλούσα ήμουν χάλια, δηλαδή αγχωμένος και ιδρωμένος. Ήθελα να το πουλήσω όσο πιο γρήγορα γίνεται και να εξαφανιστώ από εκεί. Μόλις το πούλησα έφυγα κατευθείαν από εκεί και πήγα ψώνισα πρέζα από την πλατεία Βάθη και πήγα σπίτι και την ήπια για να ηρεμήσω. Όταν έγινε το κακό, δεν είχα πιει πρέζα αλλά είχα στερητικό. Όλο αυτό τον καιρό από τότε που έκανα το κακό αυτό μέχρι και σήμερα που με φέρατε εδώ στην υπηρεσία σας, έβλεπα τις ειδήσεις που έλεγαν για την κοπέλα και σκεφτόμουν τις συμφορές που προκάλεσα. Περίμενα να με βρείτε και να σας πω τι έγινε. Με το που σας το είπα έφυγε ένα βάρος από μέσα μου. Το βάρος αυτό το κουβαλούσα μέσα μου και δεν είχα πει σε κανέναν για το κακό που είχα κάνει. Ούτε ο Γιώργος το ήξερε, ούτε κανείς. Δεν μπορώ να φανταστώ πώς είναι να χάνει κανείς την κόρη σου γιατί έχω και εγώ κόρη. Ξέρω πως μια συγγνώμη δεν θα καλυτερέψει τα πράγματα, αλλά εγώ ζητάω και πάλι συγγνώμη από τον πατέρα, τη μάνα και την οικογένεια της κοπέλας για το κακό που τους έκανα. Το κινητό μου τηλέφωνο δεν θυμάμαι να σας το πω αλλά είναι αυτό που βρήκατε πάνω μου και το έχω εδώ και ένα μήνα περίπου. Δεν έχω να σας πω κάτι άλλο για αυτό το κακό. Το μόνο που θέλω να σας πω, είναι ότι μια περίπου εβδομάδα μετά το κακό και αφού έβλεπα στις ειδήσεις την έκταση που είχε πάρει το θέμα, γύρισα στο οικόπεδο που είχα πετάξει την τσάντα και τα άλλα πράγματα της κοπέλας και τους έβαλα φωτιά μέχρι που κάηκαν τελείως. Αν και πήγα πάλι στο οικόπεδο και έκαψα τα πράγματα της κοπέλας δεν θυμάμαι να σας πω πού είναι το οικόπεδο αυτό. Το μέρος αυτό το έχω διαγράψει από τη μνήμη μου. Στο νεκροταφείο είχα πάει μόνος μου και δεν ήταν άλλος μαζί μου. Μόνος μου ήμουν και παλαιότερα. Δηλαδή τις άλλες φορές που πήγαινα στο νεκροταφείο και έπαιρνα πράγματα από μέσα. Θέλω να σας πω και κάτι τελευταίο. Σήμερα το πρωί που ήρθαν οι αστυνομικοί να με πάρουν και να με φέρουν στην υπηρεσία σας γλίστρησα, έπεσα στο έδαφος και χτύπησα λίγο στο κεφάλι. Μόνος μου έπεσα, δεν με χτύπησαν ούτε με έσπρωξαν οι αστυνομικοί».
Η νομική άποψη
Ο δικηγόρος του 58χρονου κ. Νίκος Λουκόπουλος, μιλώντας στο protothema.gr επισημαίνει πως: «Όπως είναι γνωστό μου ανατέθηκε η υπεράσπιση του φερόμενου ως δράστη της ανθρωποκτονίας της Δώρας Ζέμπερη. Χθες παρέλαβα τη δικογραφία από τον Ανακριτή του 18ου Τακτικού Ανακριτικού Τμήματος Πλημμελειοδικών που διενεργεί τακτική την ανάκριση και χορηγήθηκε προθεσμία για να απολογηθεί την 10η Νοεμβρίου 2017, ημέρα Παρασκευή. Κατανοώ πλήρως την ιδιαιτερότητα της υπόθεσης, την έντονη συναισθηματική φόρτιση, τον πόνο και τη δίκαιη οργή των συγγενών και των οικείων του θύματος και εκφράζω τη συμπάθεια μου καθώς και τον αποτροπιασμό μου για το έγκλημα. Όμως το δικαίωμα υπεράσπισης είναι ιερό για κάθε κατηγορούμενο ο,τιδήποτε και αν έχει ή δεν έχει διαπράξει όπως επιβάλλει ο δικαιακός μας πολιτισμός. Το υπερασπιστικό καθήκον επιβάλλει την αυστηρή τήρηση της μυστικότητας της ποινικής προδικασίας με σκοπό την αναζήτηση της ουσιαστικής αλήθειας και τη διαφύλαξη του κύρους της δικαιοσύνης. Η ατέρμονη προβολή ενός στυγνού δολοφόνου στο πρόσωπο του κατηγορούμενου στον οποίο αξίζει παραδειγματική τιμωρία, εύκολα διαμορφώνει μια κοινή γνώμη κατά του κατηγορούμενου δοκιμάζοντας με αυτόν τον τρόπο την αμεροληψία των δικαστών. Σκοπός μου ως νομικός παραστάτης του κατηγορουμένου είναι να καταδείξω τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες τελέστηκαν οι αξιόποινες πράξεις και επ΄ουδενί να δικαιολογήσω μια ειδεχθή εγκληματική συμπεριφορά».
protothema.gr