Η Νένα Χρονοπούλου, όπως σας γράψαμε εχθές, έχει τελειώσει το βιβλίο της το οποίο αναμένεται να προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στους κύκλους της showbiz. Με τίτλο «Αν μιλούσε το… αι2ον», η ηθοποιός σκανδαλίζει με τις ερωτικές ιστορίες που αναφέρει, οι οποίες σύμφωνα με τη συγγραφέα, είναι αληθινές!
Πρόκειται για «καυτές» περιγραφές γεμάτες σεξ με πρωταγωνιστές πασίγνωστα πρόσωπα της τηλεόρασης, του θεάτρου, της πίστας και του Κοινοβουλίου. Sex stories με sex toys, βίτσια, ταμπού, παράνομα ραντεβού, φουσκωτές κούκλες και σεξουαλικές πράξεις «αλλιώς», με την ηδονή να έχει τον πρώτο λόγο και πολλά ελληνικά σπίτια να «κλονίζονται» για τυχόν αποκαλύψεις. Σήμερα οι εφημε΄ριδα Espresso αποκαλύπτει μερικές από τις ιστορίες του βιβλίου.
Ο «Αγιαστούρας», η παρουσιάστρια και η «κούκλα»
Σοκάρει το «τρίτο» πρόσωπο στη σχέση ενός πολύ γνωστού πολυφωτογραφημένου ζευγαριού, που ζει σε μια από τις πιο ακριβές περιοχές του λεκανοπεδίου. Εκείνη, δημοσιογράφος στο επάγγελμα, 35άρα, γύρω στο 1,75 μ., με θελκτικότατες καμπύλες, ξανθά μαλλιά με χωρίστρα στη μέση και σταράτο δέρμα, εργαζόταν σε μεγάλο τηλεοπτικό σταθμό και οι σχέσεις της (στο παρελθόν) με γνωστό καναλάρχη ήταν γνωστές. Αυτός την ανέδειξε σε αστέρι της δημοσιογραφίας σ’ ένα από τα πάμπολλα ιδιωτικά κανάλια που υπάρχουν – και όχι στο δικό του. Η «Δέσποινα», λοιπόν, βρήκε τον κατάλληλο γαμπρό στο πρόσωπο ενός σαραντάρη γοητευτικού επιχειρηματία.
«Πιο συγκεκριμένα, ασχολείτο με “δημόσια έργα” τις χρυσές εποχές της “μίζας και της ρεμούλας” και, όπως καταλαβαίνετε, το φυσούσε το παραδάκι» σημειώνει η συγγραφέας. Και συνεχίζει: «Κάθε Κυριακή, μάλιστα, πήγαινε στη εκκλησία! Πού τον έχανες, πού τον έβρισκες, ήταν κάτω από τα ράσα του παπά της ενορίας. Μην πάει το μυαλό σας στο πονηρό, απλώς ο άνθρωπος ήταν ο τύπος που άκουγε στο αμάξι, π.χ., αντί για Ρέμο και Παπαρίζου, ολίγον από δοξολογία».
Μέντιουμ
Μετά την απόκτηση του δεύτερου παιδιού τους -όπως αποκαλύπτει η ηθοποιός- οι ερωτικές σχέσεις του ζευγαριού κόπηκαν μαχαίρι. «Ο “μαλακο-Ηλίας” μας, λοιπόν, μετά το δεύτερο παιδί “μας είδε” (σ.σ.: εννοεί το αιδοίο) κάπως σαν την “Αγνή Παρθένο Μαρία – Δέσποινα” και αποφάσισε πως είναι λάθος ν’ αγγίζει ερωτικά τη μητέρα των παιδιών του! (…) “Μου τον έφαγε η εκκλησία” έλεγε εκείνη στη μητέρα της. “Αχ, κοριτσάκι μου, σας ματιάσανε, δεν υπάρχει άλλη εξήγηση” απαντούσε η πολύπειρη μητέρα!
Και συνέχιζε ακάθεκτη: “Να πάμε σ’ ένα καλό μέντιουμ που ξέρω, να μας πει το κουπάκι και να σας λύσει τα μάγια, γιατί σας φάγανε με την κακία τους! Λες να είναι ο παλιός; Ξέρεις, ο βρoμόγερος, που δεν θέλει να σε χάσει. Να δεις που αυτός σας “μελέτησε”, για να “παγώσετε” στο κρεβάτι και να ξαναγυρίσεις στην αγκαλιά του! Αμ, δε! Δε σ’ έχω για τα δόντια του!”».
Η Δέσποινα, όπως αναφέρει η συγγραφέας, στην απελπισία της, αποφάσισε να τον περάσει από sex drive! «Ενα βράδυ φόρεσε μία φόρμα από μαύρο ολόσωμο δίχτυ που “με άφηνε ακάλυπτο”, καθότι στο επίμαχο σημείο υπήρχε έξυπνα μία διακριτική τρύπα, εξαιρετικά χρειαζούμενη. Φόρεσε και ψηλοτάκουνες γόβες κι έτσι, για να σπάσει η μονοτονία, φόρεσε ένα “ράσο” από πάνω κι ένα καπέλο καλόγριας! Αναψε και κάτι καντηλέρια για να κάνει ατμόσφαιρα και τον περίμενε να επιστρέψει από το γραφείο του».
Παρά τη σέξι εμφάνισή της, η Δέσποινα δυστυχώς προκάλεσε μόνο την υστερία του συζύγου της, όπως περιγράφει η Νένα Χρονοπούλου. «“Πήγαινε ξεμασκαρέψου!” της είπε. “Αν είναι δυνατό να κάνεις σαν λυσσασμένη για sex και να μη σκέφτεσαι πως έρχομαι κουρασμένος από τη δουλειά μου! Δε μπορώ να καταλάβω τι μάνα είσαι εσύ! Τι ξεφτίλες είναι αυτές;”» της φώναξε.
Μετά τα «σκληρά» του λόγια, εκείνη εξαφανίστηκε από μπροστά του κι έκτοτε κοιμόταν στον καναπέ. Ομως, η πρωταγωνίστρια της ιστορίας δεν το έβαλε κάτω, μέχρι που τον «τσάκωσε» σε πολύ ιδιαίτερες στιγμές στο σπίτι τους. «Ανοιξε πολύ σιγά την πόρτα και, χωρίς να βγάλει άχνα, πήγε σιγά σιγά προς την κρεβατοκάμαρά τους. Τότε ήταν που άκουσε τη φωνή του Ηλία να μιλάει κι εκεί έμεινε η Δέσποινά μου στήλη άλατος! “Μωράκι μου όμορφο, για σένα ζω! Αυτές οι στιγμές είναι όλη μου η ζωή! Λιώνω για σένα, κοίτα με πώς σπαρταράω μπροστά σου, κούκλα μου! Είσαι μόνο δική μου, μόνο δική μου, μόνο δική μου!” Αυτά άκουσε τον άνδρα της να λέει, σε μια άλλη γυναίκα μέσα στο ίδιο τους το σπίτι! Επάνω στο ίδιο τους το κρεβάτι!
«Θα σ’το φάω»
Η αλήθεια είναι πως η Δέσποινα δεν ήθελε ν’ ακούσει τίποτα περισσότερο, αλλά δεν τολμούσε και να μπει μέσα και ν’ αντιμετωπίσει το θέαμα! Ελα, όμως, που ο “Αγιαστούρας” δεν το “βούλωνε”! “Θα σε φάω ολόκληρη σήμερα, δεν μου γλιτώνεις” έλεγε στην “ερωμένη” του… “Κάτσε ήσυχη, μωρό μου, να σου φάω το μ…ί σου, εγώ θα σ’ το φάω, ο άντρας σου, ο γ…ς σου, ο Θεός σου”! “Τι μ…ί τρυφερό είναι αυτό; Τι κουκλίστικο μ…ί έχει το μωρό μου; Ασε μεεεε! Ασε με να σ’ το φάω! Θα σ’ το καταπιώ απόψε, δεν μου γλιτώνεις, θα σε σκάσω απόψε”! Κάνοντας τον σταυρό της εκείνη “μπούκαρε”. Και τι είδε; Ή μάλλον ποια; Ή μάλλον τι; Ξέρω, θα μου πείτε τη μάνα της! Ε, λοιπόν, όχι! Δεν ήταν η μάνα της ούτε ο κουμπάρος ούτε η κουμπάρα ούτε η καντηλανάφτρα της ενορίας ούτε ο παπάς ούτε ο διάκος ούτε ο ψάλτης ούτε ο κανονικός ούτε ο Στάθης Ψάλτης ούτε ο Αγιος της Πρεβέζης ούτε η Νανά από το Sex Shop! Αλλά ήταν εκείνη, η άλλη, η “φουσκωτή”! Οχι από τ’ “αναβολικά”, καλέ, από την τρόμπα του “λαστιχά”! Μη σπάτε το πανέμορφο κεφαλάκι σας! Φουσκώνει και με μια τρόμπα απλή, από τα Jumbo, άσε που με την παραγγελία σε οποιοδήποτε Sex Shop η τρόμπα είναι μέσα στη συσκευασία. (…)
«Μη με κόψεις τώρα»
Ο Ηλίας όμως, μέσα στην ταραχή της πόρτας που άνοιξε, αλλά και της ολοκλήρωσης της ηδονής που ερχόταν, ναι μεν είδε τη “Δέσποινα”, αλλά δεν τη γνώρισε αμέσως, γιατί φορούσε τη στολή του “Οτετζή”! Και γι’ αυτό καθόλου δεν σταμάτησε τη δραστηριότητά του, αλλά συνέχισε κανονικότατα τη δουλειά του! Ξεκόλλησε το στόμα του από το “αι2ο” της κούκλας κι έβαλε με δύναμη το μόριό του στο πλαστικό “κουκλο-αι2ο” με τόση φόρα, που αυτή άρχισε να ξεφουσκώνει με ένα θορυβώδες φσσσστττττ! Εκεί, λοιπόν, φάνηκε ο άντρας ο έμπειρος, ο σωστός, ο ψύχραιμος!
Εκανε έναν “υπερταχύ” ελιγμό, “έστριψε” με αστραπιαία ταχύτητα το κεφάλι της κούκλας με το δεξί του χέρι τόσες φορές, ώστε μαζεύτηκε όλος ο αέρας γύρω από τον φαλλό του! Κι ενώ κρατούσε το κορμί της κούκλας με το αριστερό του χέρι, με το δεξί ανεβοκατέβαζε με μανία την τσαλακωμένη πια ερωμένη του, λέγοντάς της: “Oχι τώρα, μωρή κ….α! Oχι τώραα! Μη με κόψεις τώρα που στα δίνω, γιατί θα σε σκοτώσω χαμ…α!”. Και συνέχιζε, παρόντων όλων μας, απτόητος και πιο τρελός από ποτέ να φωνάζει:
“Πάρ’ τα μουυυυ! Πάρ’ τα μουυυυ!”, καθώς με το δεξί χέρι ανεβοκατέβαζε συγχρόνως με τόση μανία τη “μισοφουσκωμένη” πια κούκλα, που στο “παρατσάκ” δεν έκανε και δεύτερο “μπαμ”, να γεμίσει όλος ο τόπος με τα “αγιαστουράκια” του “Αγιαστούρα”! (…) “Δεν είναι αυτό που νομίζεις!” της είπε ο “Αγιαστούρας”. Και συνέχισε: “Ανδρας είμαι κι εγώ, τι να σου κάνω; Κουράστηκα με τα ίδια και τα ίδια κι ήθελα μια αλλαγή στη ζωή μου! Τόσο κακό είναι δηλαδή;”».
Η μπουκάλα του Γαριδάκη
Η γνωριμία της Ειρήνης, μιας γνωστής μεγαλοδημοσιογράφου που ζει και εργάζεται σε νησί των Επτανήσων, με τον Δάκη, έναν τεχνικό κινητής τηλεφωνίας, έμελλε να καταλήξει σε ένα απίστευτο φιάσκο. Ο Βιδάκης ή Γαριδάκης, όπως τον αποκαλεί η συγγραφέας στο βιβλίο της, είχε «μικρά προσόντα», ωστόσο όπως ανέφερε στην αγαπημένη του -πριν κάνουν σεξ- είχε μια τεχνική που το έκανε να «πετιέται»!
Της την αποκάλυψε μια βραδιά μέσα στο αμάξι του, που φαινόταν ότι θα έσμιγαν ερωτικά. «“Πιάσε μου σε παρακαλώ την τσάντα απ’ το πίσω κάθισμα” είπε κι ελάλησε ο αφέντης. “Αμέσως, αγάπη μου!” είπε και απάντησε η “μαγεμένη αναμένουσα”! Εκείνος, στο κάθισμα του οδηγού, εκείνη σ’ αυτό του συνοδηγού, ντυμένη κανονικότατα. Ενδιάμεσα κι από τους δύο ο λεβιές των ταχυτήτων – πώς τη γλίτωσε ο λεβιές, ακόμα απορώ! Παίρνει την τσάντα στα χέρια του, βγάζει από μέσα της ένα μπουκάλι “γνωστής” Colas γυάλινο με μακρύ λαιμό και της λέει: “Βάστα το καλά, μην υποχωρήσει το χέρι σου καθόλου!”
Ο λεβιές
Το κρατάει κι εκείνη αμέριμνη για το τι πρόκειται να συμβεί και στο δευτερόλεπτο ο Βιδάκης ξεβρακώνεται, γυρίζει “τουρνόκωλα” και προσπαθεί να καρφώσει την “πρωκτό οπή” του στο στόμιο του μπουκαλιού με φόρα! “Oπα, όπα, όπαααα!” φωνάζει η Ειρήνη και τραβάει το χέρι της, φέρνοντάς το δίπλα ακριβώς στο κάθισμα, και στο λεβιέ που σας έλεγα. “Θα σου μπει στον κ…ο, χριστιανέ μου, τι κάνεις;” φωνάζει πανικόβλητη η κοπέλα! “Εγώ τι κάνω ή εσύ τι κάνεις; Είσαι ηλίθια, ρε; Θα με παλουκώσεις με τον λεβιέ; Δε σου είπα κράτα το γερά και μην αφήσεις το χέρι σου να υποχωρήσει; Φέρ’ το εδώ, ούτε για να μου το κρατήσεις δεν είσαι ικανή! Πόσο ηλίθια είσαι, ρε παιδάκι μου;” Και χωρίς να χάσει χρόνο, της αρπάζει το μπουκάλι απ’ τα χέρια, το τοποθετεί στα πισινά του, χωρίς καμία καθυστέρηση, και… δώσ’ του!». Και φυσικά, χώρισαν!»
Η επιστημονική προσέγγιση της «βούρτσας»
Η πρωταγωνίστρια της ιστορίας, η Αντζελα, είναι μια πολύ γνωστή δικαστίνα, που κυκλοφορεί στην Ευελπίδων με ανέμελο καρέ και γυαλιά κοκάλινα, όπως της Νανάς Μούσχουρη, φορώντας ένα πανάκριβο σεβαλιέ στο μικρό, στραβό της δάχτυλο.
Την πρώτη φορά που ξάπλωσε με τον Φοίβο, πασίγνωστο γυναικολόγο του Κολωνακίου, πήγε στο νοσοκομείο! Ο γιατρός, λόγω του προβλήματος με τον προστάτη του, έβαζε μια βούρτσα στον πρωκτό του προκειμένου να έχει στύση. Κι αυτή τη δουλειά ανέλαβε η Αντζελα! «Aνοιξε λοιπόν το κομοδίνο του κι έβγαλε μέσα από το συρτάρι του μία σειρά από “βούρτσες κομμωτηρίου”, κάθε διάστασης! “Αυτό θα σε βοηθήσει να με ικανοποιήσεις!” της είπε. “Θα βάλεις το χερούλι της από πίσω μου, αφού πρώτα το αλείψεις καλά με τη βαζελίνη, και μετά σιγά σιγά θα μου το βυθίσεις.
Κάν’ το αργά στην αρχή και πιο γρήγορα μετά, μην ανησυχείς, θα σε καθοδηγώ εγώ”. Ο εφευρετικός “μουτζοντόκτορ” είχε προμηθευτεί γάντια πλαστικά, από αυτά που κάνουμε γενική καθαριότητα, τα σκληρά, για να μην τρυπηθεί η Aντζελα». Κι αφού έγινε η διείσδυση της βούρτσας, ο γιατρός πήρε τα «πάνω» του. «Ξαφνικά, λοιπόν, μόλις ένιωσε πως είναι πια έτοιμος, όπως βρισκόταν γονατιστός μπροστά της κι εκείνη ξαπλωμένη ανάσκελα στο κρεβάτι, της σηκώνει τα πόδια και περνάει και τα δύο του χέρια από μέσα από τα πόδια της!
Οταν τελείωσε η πράξη, η Αντζελα έβγαλε τα κόκκινα πλαστικά γάντια της και προσπάθησε να σηκωθεί για να πάει μέχρι την τουαλέτα. Βρε, κάνει να σηκωθεί, τίποτα! Πού να σηκωθεί! Είχε «σβερκοκολλήσει» και δεν μπορούσε να κουνήσει μήτε τα μάτια της! (…) Μόλις έφτασαν στο νοσοκομείο, διαπιστώθηκε ότι είχε υποστεί ισχυρότατο “τράνταγμα” σε όλη τη σπονδυλική στήλη και στο ισχίο και πως ο αυχένας της ήταν σε κακό χάλι. Της φόρεσαν το γνωστό κολάρο και της έδωσαν φαρμακευτική αγωγή, συνοδευόμενη από ξεκούραση και ακινησία, και ασφαλώς αρκετές φυσιοθεραπείες, ώστε να επανέλθει κάποια στιγμή!»
Η χήρα και ο πολιτικός με τα «βρόμικα» βίτσια
Η Γιώτα, μια «μοιραία γυναίκα» και επιφανής επιχειρηματίας, όταν έχασε τον άντρα της πάνω στο σεξ, όχι με εκείνη αλλά με Ρωσίδα πόρνη, αποφάσισε να ξαναφτιάξει τη ζωή της. Η γνωριμία της με τον Αλέξη, έναν ισχυρό άνδρα, ιδιαίτερα επιφανή και δυνατό, ένα «πολιτικό στέλεχος» ισχυρού κόμματος, τελείωσε προτού ξεκινήσει! Η γνωριμία τους έγινε σε μία προεκλογική εκστρατεία τού τότε υποψήφιου πρωθυπουργού, που συνοδευόταν από τον εν λόγω κύριο, που στο σεξ είχε ιδιαίτερες απαιτήσεις, για τις οποίες την ενημέρωσε τηλεφωνικά. «“Ακουσε, γυναικάρα μου καυτή, εγώ σαν “αρσενικό-φωτιά” που είμαι, όποτε ακούω τη φωνή σου φτιάχνομαι και τον π…ω για πάρτη σου!”, ενώ σε άλλο σημείο ανέφερε: “Σε χαίρομαι τουλάχιστον τρεις φορές την ημέρα, μανάρα μου, νταρντάνα μου! Ολη μέρα σε χαίρομαι, πάω σε περιοδείες κι είμαι με σένα στο μυαλό! Ετσι, με τα στήθια σου, τα μαστάρια σου τα κρεμαστά, θέλω να τα κρεμάς πάνω μου, να με χαστουκίζεις με τα “β…ά” σου κι εγώ… να σε… “χαίρομαι” συνέχεια! Eχω μανία μαζί σου, η σχέση μας μ’ έχει απογειώσει, θέλω να μάθω τα πιο κρυφά σου, τα πιο βρόμικά σου”. Τι εννοούσε; “Χέσε με, χέσε με με φόρα, χέσε με, αλόγα μου, να σε χαρώ!”. Και πριν χαρεί αυτός, κι αυτή τη φορά, η Γιώτα του ‘κλεισε με φόρα το τηλέφωνο στα μούτρα γεμάτη αηδία!».
Αχ, κουνελάκι! Αααααααααα από τον… Γιωργάκη
Η Ελενίτσα ήταν ένα από τα πιο γνωστά μοντέλα της Ελλάδας, κανονικό sex symbol. Μελαχρινή, με μαλλιά μέχρι τη μέση της και μπόλικα, δεν έκανε ποτέ της «αρπαχτές». Η γνωριμία της με τον Γιώργο (η συγγραφέας τον αναφέρει ως ιδιοκτήτη πρακτορείου μοντέλων) έγινε πρωτοσέλιδο στα περιοδικά της σόουμπιζ, καθώς και οι δύο ήταν πολύ γνωστοί και «κορμάρες», ως λάτρεις της γυμναστικής. Εξι μήνες πέρασαν μέχρι να κάνουν σεξ! Και τι σεξ! Κουνελίσιο. «Αντί να τη φιλάει, της έγλειφε τη μούρη σαν τον σκύλο! Και πριν προλάβει να συνειδητοποιήσει η κοπέλα πως επιτέλους ήλθε η ώρα που θα το κάνουν, ο Γιωργάκης ο σβέλτος είχε τσιτσιδωθεί κι είχε σκαρφαλώσει πάνω της, σαν τον κοριό. Την είχε γραπώσει από τους ώμους και με μάτια γουρλωτά -προφανώς από την έξαψη-, με μαλλιά όρθια -προφανώς από την ένταση – και με την απόλυτη συγκέντρωση που απαιτεί η συγκεκριμένη στιγμή έφτασε σε δευτερόλεπτα στην απόλυτη ολοκλήρωση, ουρλιάζοντας “Αααααααα!” και πετώντας! Ναι, ναι! Κανονικά πετώντας!
“Εκτοξεύτηκε” από το σώμα της Ελενίτσας και προσγειώθηκε με την πλάτη στο πάτωμα ανάσκελος! Oπως ακριβώς κάνει κι ο κούνελος! Βρέθηκε μεταξύ κρεβατιού και ντουλάπας. (…) Ο Γιωργάκης, ο σβέλτος και ο αποφασιστικός, κάνει μία αιφνιδιαστική κίνηση και σηκώνεται απ’ το πάτωμα, το αγόρι κούνελος, και κατευθύνεται προς το μπάνιο με ύφος “έτσι γ… ει ο Πειραιάς”».
protothema.gr