Στον μεγάλο “μάγο των αποδράσεων” Χάρρυ Χουντίνι που γεννήθηκε ακριβώς σαν σήμερα πριν 137 χρόνια αφιερώνει το logo της σήμερα η Google.
Σαν σήμερα το 1874 γεννήθηκε ο “μεγαλύτερος μάγος όλων των εποχών”, Χάρι Χουντίνι, ο οποίος έμεινε κυρίως γνωστός για τις θεαματικές του αποδράσεις. Το μότο του: “Καμία φυλακή δεν μπορεί να με κρατήσει. Δεν υπάρχουν αλυσίδες που να μπορούν να μου στερήσουν την ελευθερία”.
Το πραγματικό του όνομα ήταν Έριχ Βάις. Γεννήθηκε στις 24 Μαρτίου του 1874 στη Βουδαπέστη της Ουγγαρίας. Ήταν το τέταρτο παιδί του ραβίνου Μάγερ Σάμουελ Βάις και της Σεσίλια Στάινερ. Όταν ο Έριχ ήταν τεσσάρων ετών, η οικογένεια Βάις έφυγε για τις ΗΠΑ προς αναζήτηση καλύτερης ζωής. Εγκαταστάθηκαν στο Άπλτον του Ουισκόνσιν, όπου ο πατέρας είχε βρει θέση σε τοπική συναγωγή.
Από μικρός εκδήλωσε την αγάπη του για τον αθλητισμό και τα ακροβατικά, συμμετέχοντας σε παραστάσεις τσίρκου, ενώ άρχισε να μελετά τους μηχανισμούς των κλειδαριών, ώστε να μάθει τα μυστικά τους. Σε ηλικία 17 ετών και ενώ η οικογένεια έχει μετακομίσει στη Νέα Υόρκη, αποφασίζει να ακολουθήσει την καριέρα του μάγου.
Αλλάζει το όνομά του σε Χάρι Χουντίνι. Το Χάρι είναι η “αμερικάνικη” εκδοχή του Έριχ ενώ το Χουντίνι, το πήρε από τον διάσημο γάλλο μάγο Robert Houdin, του οποίου την αυτοβιογραφία είχε διαβάσει. Μαζί με τον φίλο του Τζέικομπ Χάιμαν έγιναν “οι αδελφοί Χουντίνι”, το καλύτερο τρικ των οποίων ήταν η “Μεταμόρφωση”.
Το 1894 και ενώ δίνει παραστάσεις μαζί με τον πραγματικό του αδελφό αυτή τη φορά, στο Κόνι Άιλαντ γνωρίζει την νεαρή Ουιλελμίνα Μπεατρίς Ράνερ η αλλιώς Μπες, που συμμετέχει σε χορευτικό νούμερο. Μετά από τρεις εβδομάδες αποφασίζουν να παντρευτούν προς μεγάλη απογοήτευση της αυστηρής καθολικής γερμανίδας μητέρας της, η οποία διέκοψε για χρόνια την επαφή με την κόρη και τον “δαιμονικό” εβραίο γαμπρό της.
Ο Χάρι και η Μπες πάντως ένωσαν τις δυνάμεις τους στη ζωή και στη σκηνή και ταξίδεψαν σε ΗΠΑ και Καναδά, δίνοντας παραστάσεις, χωρίς ωστόσο μεγάλη επιτυχία. Η πρώτη ευκαιρία για τον Χάρι ήρθε το 1899 όταν ο ατζέντης Μάρτιν Μπεκ είδε μία παράστασή του στη Μινεσότα. Ο Μπεκ τον συμβούλεψε να “ειδικευτεί” στα τρικ με τις χειροπέδες και του έκλεισε παραστάσεις σε δυτικές πολιτείες των ΗΠΑ.
Ως μέσο διαφήμισης, ο Χουντίνι “στοιχημάτιζε” με τοπικά αστυνομικά τμήματα ότι μπορούσε να ελευθερωθεί από χειροπέδες με τις οποίες θα τον έδεναν. Πράγματι, με τον τρόπο αυτό προσέλκυσε το ενδιαφέρον του Τύπου, με αρκετές εφημερίδες να δημοσιεύουν τα κατορθώματά του.
Το 1900 το ζεύγος βρίσκεται για παραστάσεις στο Λονδίνο, όπου ο Χουντίνι καταφέρνει να αποδράσει από τις χειροπέδες της Scotland Yard και εντυπωσιάζει τον ισχυρό θεατρώνη του “Αλάμπρα”. Γίνεται ο “Βασιλιάς των Χειροπέδων” και εμφανίζεται, σε Αγγλία, Σκοτία και Ουαλία. Η επιτυχία συνεχίζεται με παραστάσεις σε όλη την Ευρώπη ενώ τα νούμερά του γίνονται όλο και πιο θεαματικά.
Με την αίγλη της ευρωπαϊκής του επιτυχίας επιστρέφει το 1904 στις ΗΠΑ, όπου όχι μόνο καταφέρνει να αποδράσει από το κελί ενός διάσημου δολοφόνου, αλλά και να τοποθετήσει όλους τους κρατούμενους της φυλακής σε διαφορετικό κελί από αυτό που τους είχαν κλείσει αρχικά.
Αρχίζει να εφευρίσκει όλο και πιο εντυπωσιακά νούμερα, δραπετεύοντας από κιβώτια κάθε είδους, δοχεία για γάλα, ταχυδρομικούς σάκους κ.α. Το 1912 παρουσιάζει το διάσημο “Μαρτύριο του Νερού”, νούμερο κατά το οποίο καταφέρνει να λυθεί από διάφορα δεσμά ενώ βρίσκεται μέσα σε ένα γυάλινο δοχείο με νερό.
Πρόκειται για μία περίοδο καταξίωσης και σημαντικών εσόδων, αφού είναι πλέον ο πιο ακριβοπληρωμένος επαγγελματίας στο είδος του. Ασχολείται μάλιστα και με το σινεμά, αρχικά πρωταγωνιστώντας σε ταινίες και στη συνέχεια ως παραγωγός ο ίδιος – αν και το εγχείρημα της παραγωγής ταινιών αποτυγχάνει.
Το 1925 εκπληρώνει ένα όνειρο ζωής, κάνοντας το δικό του σόου στο Μπρόντγουει, όπου πλήθος κόσμου συρρέει για να τον θαυμάσει. Ενώ όμως βρίσκεται στο απόγειο της καριέρας του, το νήμα της ζωής του θα κοπεί απότομα και μυστηριωδώς, μετά από ισχυρά χτυπήματα τα οποία του καταφέρει 30χρονος φοιτητής.
Μία εκδοχή αναφέρει ότι επρόκειτο για επίθεση, καθώς ο νεαρός φέρεται να ήταν οπαδός των “Πνευματιστών“, ένα κίνημα της εποχής τα μέλη του οποίου πραγματοποιούσαν συνεδρίες και ισχυρίζονταν ότι επικοινωνούσαν με τους νεκρούς. Ο Χουντίνι ήταν φανατικός πολέμιος τους, κατακεραυνώνοντάς τους με κάθε ευκαιρία δημόσια.
Δεύτερη εκδοχή αναφέρει ότι ο νεαρός είχε καταφέρει τα χτυπήματα πάνω σε πρόκληση, καθώς ο Χουντίνι ισχυριζόταν ότι μπορούσε να τα δεχτεί χωρίς να νιώθει πόνο. Το αποτέλεσμα ήταν να πληγεί η σκωληκοειδίτιδα του.
Λέγεται ότι αγνόησε τον πόνο και τον πυρετό και συνέχισε τις παραστάσεις του κανονικά, μέχρις ότου κατέρρευσε επί σκηνής στο Θέατρο Γκάρικ του Ντιτρόιτ. Άφησε την τελευταία του πνοή από περιτονίτιδα στην αγκαλιά της γυναίκας του στις 31 Οκτωβρίου του 1926, σε ηλικία μόλις 52 ετών.
Το θάνατο του Χουντίνι ακολούθησαν δημοσιεύματα και έντονη φημολογία ότι δεν οφειλόταν σε φυσικά αίτια, καθώς συχνά δεχόταν απειλές θανάτου από μέντιουμ και μέλη των λεγόμενων “Πνευματιστών”.
Το 1997, 70 χρόνια από τον θάνατό του, ο ανιψιός του διατύπωσε αίτημα για εκταφή του σώματος, ώστε να διαπιστωθεί αν η αιτία ήταν η δηλητηρίαση, όπως διαδιδόταν. Το αίτημα απορρίφθηκε από την οικογένεια της Μπες, με το επιχείρημα ότι η όλη επιχείρηση αποσκοπούσε να διαφημίσει βιβλίο για τον Χουντίνι που κυκλοφόρησε εκείνη την περίοδο.