Νέα σελίδα για τον κορυφαίο ποινικολόγο Αλέξανδρο Λυκουρέζο με την ηθοποιό
Επτά μήνες μετά τον αναπάντεχο χαμό της Ζωής Λάσκαρη, η οποία άφησε την τελευταία της πνοή στο ύπνο της στις 18 Αυγούστου 2017, ο σύζυγός της Αλέξανδρος Λυκουρέζος δεν μένει πλέον στο Πόρτο Ράφτη. Από τη στιγμή που η μεγάλη Ελληνίδα ηθοποιός έφυγε από τη ζωή, ο γνωστός ποινικολόγος επέστρεψε στο κέντρο της Αθήνας για να μείνει στο πατρικό του στο Κολωνάκι. Το σπίτι στις νοτιότερες ακτές του νότιου Ευβοϊκού, εκεί όπου το ζευγάρι βίωσε από κοινού φουρτούνες και μπουνάτσες, έμεινε χωρίς την πληθωρική παρουσία της Ζωής, άδειο από ζωή, για να συμβολίζει πλέον στη μνήμη του Αλέξανδρου το δικό του συναισθηματικό κενό μετά από 41 συναπτά έτη κοινής συμβίωσης.
Γνωρίστηκαν τον Φεβρουάριο του 1976 και παντρεύτηκαν μετά από κεραυνοβόλο έρωτα τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς. Ο Λυκουρέζος είχε μόλις από διετίας επιστρέψει στην Ελλάδα μετά την επτάχρονη διαφυγή του στο εξωτερικό από την ώρα που επίορκοι αξιωματικοί επέβαλαν στρατιωτική χούντα στη χώρα. Η Λάσκαρη ήταν τότε μεγάλη σταρ και ενώ ο περίγυρός τους έλεγε ότι ο γάμος τους, που ήταν για αμφότερους ο δεύτερος, δεν θα μακροημερεύσει, το ζευγάρι διέψευσε εκκωφαντικά όλους όσοι αμφέβαλλαν για τη μεγάλη διάρκεια και μακρόβια αντοχή του έρωτά του.
Ωστόσο, μετά την απώλεια της Ζωής, η ζωή για τον Αλέξανδρο άλλαξε δραματικά. Οπως είχε ο ίδιος εκμυστηρευτεί, αναζητούσε στηρίγματα στην καθημερινή πια μοναξιά του. Γύρισε στα παλιά του λημέρια για να ξανανταμώσει και να επικοινωνήσει αδιαμεσολάβητα με φίλους, παλιούς γνωστούς, επώνυμους και ανώνυμους πελάτες του που ζουν στο κέντρο της Αθήνας. Ακμαίος στα 84 του χρόνια, αφού βυθίστηκε στην οδύνη της απώλειας, κατάφερε να ανακτήσει την αναγκαία χαλαρότητα και ηρεμία κοντά σε δικούς του ανθρώπους, παλιούς και νεότερους. Είχε εξομολογηθεί σε ανύποπτο χρόνο κατά τη διάρκεια του θρήνου του για τη Ζωή Λάσκαρη, ότι σκοπός του ήταν να έχει σωματική και διανοητική υγεία προκειμένου να συνεχίσει την εργασία του που τόσο αγαπά και χρειάζεται στο δικηγορικό του γραφείο της οδού Δημοκρίτου στο Κολωνάκι. Εκεί που πηγαίνει πρώτος το πρωί και αποχωρεί τελευταίος το βράδυ, με αστείρευτη ενέργεια και αισιοδοξία για το αύριο. Ο ίδιος άλλωστε είχε πρόσφατα εξομολογηθεί ότι υπάρχει ένα τετράστιχο που τον αντιπροσωπεύει ιδιαίτερα, το οποίο λέει: «Στα ογδόντα περπατώ, στα εκατό θα φτάσω και τότε μόνο θα σκεφτώ αν θέλω να γεράσω».
Η διαχυτικότητα και η τρυφερότητα ανάμεσά τους ήταν εμφανής στους θαμώνες του νυχτερινού κέντρου
Οσο και αν η απώλεια της Ζωής τον συγκλόνισε, σύμφωνα με τους φίλους του ο αισιόδοξος, δυναμικός και μαχητικός από ιδιοσυγκρασία Αλέξανδρος Λυκουρέζος δεν είναι από εκείνους που θα κλείνονταν περιθωριοποιημένοι στο καβούκι του πένθους, αναπαριστώντας στη μνήμη τους ευτυχισμένες στιγμές του παρελθόντος στο πλευρό της αγαπημένης του συζύγου. Ενας έξυπνος και έμπειρος άνθρωπος όπως αυτός, που ξεχειλίζει από ζωντάνια και ενέργεια, δεν αναζητούσε κλισέ παρηγοριές. Είχε αντιληφθεί ότι η γρήγορη ένταξη σε έναν φυσιολογικό ρυθμό ζωής θα τον βοηθούσε να ξεπεράσει όσο πιο σύντομα γινόταν τον θάνατο της συντρόφου του και μαζί τις συνεπακόλουθες συναισθηματικές επιπλοκές κατά την οριστική αποδοχή του επιλόγου της. Μια υγιής αντίδραση ενός περήφανου και ανοιχτού ανθρώπου που, αφού συμφιλιώθηκε με τη μόνιμη απουσία της χωρίς να την ξεχνά, θέλει να ζήσει τη ζωή και μετά την αλησμόνητη Ζωή, διεκδικώντας το δικαίωμα να μην παραιτηθεί στην παγωνιά της θλίψης ή να εγκαταλειφθεί στην εκμηδένιση της αυτολύπησης. Με την αμείωτη ζωτικότητά του επιθυμεί να συνεχίσει να εστιάζει στις μικρές απολαύσεις της καθημερινότητας και τις χαρές της δουλειάς, να νιώσει την απελευθερωτική αύρα του φλερτ και να αισθανθεί αναζωογονητικά ερωτεύσιμος. Με δυο λόγια, να έχει την όρεξη να ζήσει και την τόλμη να εκτεθεί ρωμαλέα ως αμετανόητα έφηβος στα ψυχρά βλέμματα όλων εκείνων που είναι κολλημένοι σε παρωχημένες κοινωνικές συμβάσεις.
Αδιάφοροι για τους γύρω τους ανταλλάσσουν ένα τρυφερό φιλί
Νυχτερινή έξοδος
Η χαρακτηριστική φιγούρα του γνωστού ποινικολόγου με το περιποιημένο μούσι και την απειθάρχητη πέριξ και άνω των κροτάφων κόμη δεν μπορεί παρά να τραβήξει τα βλέμματα επάνω της όπου κι αν βρίσκεται. Με το ύψος, το εκτόπισμα και τη χαρακτηριστική του φωνή, δεν περνάει απαρατήρητος ακόμα και στις ινκόγκνιτο εξορμήσεις του. Το προπερασμένο Σάββατο πολλά μάτια, αν όχι όλη η προσοχή των θαμώνων, στράφηκαν προς αυτόν όταν τον αντίκρισαν μετά από αρκετό καιρό να απολαμβάνει μαζί με μεγάλη παρέα το πρόγραμμα νυχτερινού κέντρου διασκέδασης. Τους τελευταίους μήνες οι δημόσιες εμφανίσεις του είχαν περιοριστεί, σύμφωνα με δημοσιεύματα της καλόπιστης κοινωνικής κριτικής, στο να συνοδεύει διακριτικά την κόρη του Μαρία-Ελένη σε θεατρικές πρεμιέρες. Θα μπορούσε και εκείνο το βράδυ η δημοσιοποίηση της παρουσίας του στο «Baraonda», όπου τραγουδάει ο Γιάννης Πάριος, να είχε περιοριστεί σε ένα αθώο φλας ενός φωτογραφικού ενσταντανέ για δημοσίευση στις κοσμικές στήλες, οι οποίες εσχάτως βιώνουν ακρωτηριαστικά τη λιτότητα εμφανίσεων celebrities από την ντόπια σόουμπιζ.
Η έκπληξη, ωστόσο, για παπαράτσι, γκαρσόνια, παρευρισκόμενους, ακόμη και για την ορχήστρα, καραδοκούσε στο πλάι του ποινικολόγου. Τίποτα το κραυγαλέο, αλλά απολύτως ξαφνικό, το οποίο αφού τεκμηριώθηκε φωτογραφικά απασχόλησε με απρόσμενη ένταση τα εγχώρια τηλεοπτικά πρωινάδικα και μεσημεριανάδικα. Η ηθοποιός Νατάσα Καλογρίδη, απαστράπτουσα με ολόσωμη λευκή κολλητή λευκή φόρμα, φαρδιά ζώνη σε χρυσαφί απόχρωση, apres ski μπότες και παλ ροζ γούνα, χάριζε αβίαστα με την κομψή σιλουέτα της λάμψη στην ομήγυρη. Η πολύπειρη ηθοποιός που έχει επιλέξει να μην ακκίζεται αυτάρεσκα στα κοινωνικά δίκτυα αλλά να είναι απλώς και μόνο ο εαυτός της, έδειχνε να αγνοεί τα αδιάκριτα, εκτοξευμένα από μύχια πρόθεση κουτσομπολιού, βλέμματα του κοινού των παρευρισκομένων που την πολιορκούσαν.
Παρά την πληθωρική της προσωπικότητα συγκερασμένη με εκρηκτικό ταπεραμέντο, η κοσμοπολίτισσα ηθοποιός, καλλιτέχνης, fashion designer αλλά και fashion icon, διασκέδαζε με σοφιστικέ διάθεση. Γέμιζε περιποιητικά με ποτό το ποτήρι του Αλέξανδρου Λυκουρέζου, του πετούσε αυθόρμητα γαρίφαλα και ακουμπούσε ενίοτε τρυφερά στους ώμους του. Η μεταξύ τους εύθυμη διαχυτικότητα και η αρμονική επικοινωνία που μοιράζονταν ήπια ήταν έκδηλη στα χαμογελαστά πρόσωπά τους, αδιαφορώντας από κοινού αν έμοιαζαν να έχουν αποκοπεί από τη συντροφιά τους. Στο κάτω-κάτω δύο ηλικιακά ώριμοι άνθρωποι, δηλωμένοι παιδιόθεν αμφότεροι αταλάντευτοι οπαδοί του Παναθηναϊκού, λογοδοτούν για τη συμπεριφορά τους αποκλειστικά και μόνο στον εαυτό τους. Δεν είναι υποχρεωμένοι να απολογηθούν σε οποιονδήποτε επειδή διασκεδάζουν μαζί, ακόμη και υπό τη μελωδική φωνή του crooner Γιάννη Πάριου, ο οποίος πάνω από το τραπέζι τους ερμήνευε απαράμιλλα «Δώσε μου λιγάκι ουρανό, πάρε με μαζί στο πέταγμά σου».
Οι παρευρισκόμενοι το ίδιο βράδυ στο κέντρο, παρακινημένοι από τη χημεία που εμφανώς ανέδυαν Νατάσα και Αλέξανδρος, οδηγήθηκαν στο πρώιμο μάλλον συμπέρασμα ότι ο ποινικολόγος ανακάλυψε στο πρόσωπο της ελκυστικής ηθοποιού έναν άνθρωπο με τον οποίο μπορούσε να αισθανθεί όμορφα, να κυκλοφορήσει άνετα, να μιλήσει και να διασκεδάσει μαζί του ως το πρωί. Γιατί όχι, να συμπεριφέρονται και ως ζευγάρι πιασμένο χέρι-χέρι σε έξοδο, ανταλλάσσοντας με οικειότητα εναγκαλισμούς και αμοιβαία πεταχτά φιλιά, όπως λέγεται ότι έκαναν και το βράδυ της επόμενης Παρασκευής, όταν πάλι με μεγάλη παρέα επισκέφτηκαν το «Εναστρον», όπου τραγουδούν ο Γιώργος Μαζωνάκης, η Πάολα και ο Στέλιος Ρόκκος. Οι πιο παρατηρητικοί σχολίαζαν ότι η καλλίγραμμη Νατάσα με το βαθύ πηγαίο γέλιο, τη θεατρικότητα στην κίνηση, το γυμνασμένο σώμα, τη στιλπνή επιδερμίδα και το κοντό ξανθό μαλλί θύμιζε σχεδόν ανατριχιαστικά τη μεγάλη ντίβα του εγχώριου κινηματογράφου. Υπόθεση που ακόμη και σαν φαντασίωση απείχε παρασάγγας από την πραγματικότητα για την ηθοποιό που με την προ ολίγων μηνών συμμετοχή της στο reality περιπέτειας του ΑΝΤ1 «Nomads» κατάφερε μόλις σε λίγα επεισόδια συμμετοχής να γίνει το απόλυτο θέμα κάθε παρα-τηλεοπτικής κουβέντας.
Η αξέχαστη Ζωή Λάσκαρη στη φωτογράφηση για το «Playboy» που έκανε πάταγο
Από το Σίδνεϊ στην Αθήνα
Γεννημένη στο Σίδνεϊ πριν από περίπου πεντέμισι δεκαετίες, όπου έμενε η οικογένειά της λόγω μετάθεσης στην Αυστραλία του υπαλλήλου της Ολυμπιακής πατέρα της, έφτασε για πρώτη φορά στην Ελλάδα σε ηλικία ενός έτους. Στους αντίποδες, στη Μελβούρνη αυτή τη φορά, επέστρεψε πάλι, αυτή τη φορά στα 15 της, μαζί με τον αδελφό της και μετέπειτα γνωστό θεατρικό σκηνοθέτη Αντώνη Καλογρίδη, αφότου είχαν χάσει τον πατέρα τους. Ολοκλήρωσε στο Σίδνεϊ τις δύο τελευταίες τάξεις του Λυκείου, ενώ παράλληλα ξεκίνησε να σπουδάζει fashion design. Συμμετείχε στον διαγωνισμό αυστραλιανού υπουργείου που αναζητούσε σχεδιαστή για τις στολές των υπαλλήλων του και τον κέρδισε με το ταλέντο της. Ατίθασος χαρακτήρας, δεν βολεύτηκε στην επαγγελματική προοπτική που ανοιγόταν μπροστά της στην αχανή ήπειρο της Αυστραλίας. Επέστρεψε στα 18 της στην Αθήνα αποφασισμένη να γίνει ηθοποιός. Πέρασε με εξετάσεις σε δραματική σχολή και όσο διήρκεσαν οι σπουδές της δεν άφησε σεμινάριο υποκριτικής και κινησιολογίας στο οποίο να μην πήγε. Στις πρώτες της ερμηνευτικές εμφανίσεις στο θέατρο απέδωσε μεστά τους ρόλους της, ωθώντας τους κριτικούς να μιλήσουν για ένα γνήσιο υποκριτικό ταλέντο. Ως γυναίκα, όμως, που αφοσιώνεται ψυχή τε και σώματι σε ό,τι επιλέξει να κάνει, απορροφήθηκε για έξι μήνες στα καθήκοντα της συζύγου μετά τον σύντομο πολιτικό γάμο που έκανε με τον Γιώργο Μενεγάτο, φίλο του αγαπημένου της αδελφού. Οταν ο έρωτας έσβησε και τερματίστηκαν οι τυπικές γαμήλιες δεσμεύσεις, δίχως πλέον υποχρεώσεις, τα ξέχασε όλα και ξεκίνησε τα πάντα πάλι από την αρχή και με την ίδια προσήλωση.
Το 1994 έκανε το τηλεοπτικό ντεμπούτο της στη σειρά του MEGA «Χαραυγή», με καστανά μαλλιά στο ύψος των ώμων, και εντελώς διαφορετικό στυλ, εναρμονισμένο στις αισθητικές ανάγκες της εποχής, αλλά με το ίδιο διαπεραστικό βλέμμα. Ακολούθησαν οι τηλεοπτικές συμμετοχές της στα σίριαλ «Οι μάγισσες της Σμύρνης», «Τυφλόμυγα», «Το αμάρτημα της μητρός μου» και άλλες σε μια διάρκεια που ξεπέρασε τη 15ετία. Στην ίδια περίοδο ανέβηκε στο θεατρικό σανίδι παίζοντας στην παράσταση «Ηλέκτρα» του Εθνικού Θεάτρου και κατόπιν στα έργα «Angel Baby» και «Hitchcock Blondes» σε σκηνοθεσία του αδελφού της, στο θέατρο Μουσούρη, ενώ προ τετραετίας εμφανίστηκε στην κωμωδία «Φόνισσες της Παπαδιαμάντη» στο θέατρο Πειραιώς 131. Παρότι δεν υπέγραψε μια πολύ μεγάλη ερμηνεία υποκριτικής τέχνης, ποτέ δεν πρόδωσε τον καλλιτεχνικό εαυτό της. Γα τη θεατρική πιάτσα η Καλογρίδη έβαζε ψυχή σε ό,τι κι αν έκανε. Είτε αυτό θα κρατούσε μια μέρα είτε μια ολόκληρη ζωή. Τα τελευταία χρόνια με το εκφραστικό της στυλ, το αψεγάδιαστο κορμί και τη χορευτική της ευελιξία διακρίθηκε στο «Dancing with the stars». Προηγουμένως διετέλεσε μούσα του σχεδιαστή υποδημάτων Δούκα Χατζηδούκα, ενώ η ίδια έχει δημιουργήσει και τη δική της σειρά ρούχων με το όνομα Oral Use 1000 mg by Natasa Kalogridi. Το πώς και πού συναντήθηκε για πρώτη φορά η ηθοποιός, η οποία μέχρι πρότινος έμενε στη Νέα Σμύρνη, με τον σπουδαίο νομικό ανάγεται στη σφαίρα της τυχαίας περιπτωσιολογίας, παρότι διασπείρονται άφθονες εικασίες. Σύμφωνα πάντως με τον παρουσιαστή της ταξιδιωτικής εκπομπής «Celebrity Travel» Νίκο Κοκλώνη, «ο Αλέξανδρος είναι χρόνια φίλος μου και δικηγόρος μου. Η Νατάσα είναι φίλη μου και καλεσμένη μου στην εκπομπή. Ηταν να πάμε και οι δύο στο “Hell’s Kitchen”. Οταν πήγα στο σπίτι της συνειδητοποίησα ότι στον από πάνω όροφο μένει ο Αλέξανδρος». Από τις περαιτέρω εκκρεμότητες στην αφήγηση του παρουσιαστή έγινε γνωστό στο πανελλήνιο τηλεοπτικό κοινό ότι η ηθοποιός χρειαζόταν κάτι για μια υπόθεση από τον γνωστό ποινικολόγο και έτσι ο ίδιος τους σύστησε. Η γνωριμία των γειτόνων πιστοποιήθηκε και με βίντεό τους μαζί με τον Κοκλώνη σε έξοδο και των τριών για δείπνο. Εκτοτε οι κοινές δημόσιες εμφανίσεις της Νατάσας και του Αλέξανδρου όλο και αυξάνονται, με το κεραυνοβολημένο από τις ταχύτατες εξελίξεις Διαδίκτυο να κάνει λόγο για ειδύλλιο ανάμεσα στον ποινικολόγο και την ηθοποιό. Ο Αλέξανδρος Λυκουρέζος άλλωστε είναι ένας αενάως γοητευτικός άνδρας. Στο παρελθόν η αξέχαστη Ζωή Λάσκαρη, ενοχλημένη από τις διάφορες ερωτικές περιπέτειές του, τον είχε δημόσια καταγγείλει ως άτακτο. Και αυτός είχε με νομική σεμνότητα παραδεχθεί ότι διέπραξε πλημμελήματα. Ενδεχομένως να διέφευγε σε δύο τόσο καλλιεργημένους ανθρώπους το ειρωνικό απόφθεγμα του Οσκαρ Γουάιλντ που λέει ότι «μόνο οι άστατοι γνωρίζουν τις χαρές της αγάπης. Οι σταθεροί γεύονται την τραγωδία της».
Για τη θεατρική πιάτσα η Νατάσα Καλογρίδη έβαζε ψυχή σε ό,τι κι αν έκανε. Είτε αυτό θα κρατούσε μια μέρα είτε μια ολόκληρη ζωή
Σήμερα, ωστόσο, δεν υπάρχει καν υπόνοια για ερωτικό παράπτωμα του Αλέξανδρου Λυκουρέζου, δεδομένου ότι έχει εκλείψει οριστικά κάθε λόγος για οποιαδήποτε ηθική παραπομπή του. Οπως λένε καλοί του φίλοι, ο ίδιος φέρεται να αντέδρασε στα ανάλαφρα δημοσιεύματα λέγοντας χαρακτηριστικά: «Ας γράφουν ό,τι θέλουν. Δεν μπορώ να βγω έξω να διασκεδάσω; Μήπως είμαι φυλακισμένος;». Σε παρόμοιο τόνο λέγεται ότι και η Νατάσα Καλογρίδη εκδήλωσε την απορία της στον «χαμό από το πουθενά», όπως χαρακτήρισε τον θόρυβο γύρω της, διερωτώμενη: «Δεν μπορώ να βγω με έναν ωραίο άνδρα έξω, να περάσουμε καλά;». Προφανώς αμφότεροι αποφεύγουν να επιβεβαιώσουν ή να διαψεύσουν αν οδεύουν προς την προοπτική να δημιουργήσουν σχέση. Στενός φίλος και των δύο είπε όλο νόημα ότι «θα συνεχίσουν να βγαίνουν μαζί» και ό,τι προκύψει. Εξάλλου, ποιος μπορεί να φρενάρει την αμοιβαία έλξη δύο κατασταλαγμένων ανθρώπων; Τα αισθήματα σε οποιαδήποτε ηλικία δεν μπαίνουν σε καλούπια.
Λυκουρέζος – Λάσκαρη. Εζησαν μαζί 41 χρόνια μέχρι που τους χώρισε ο θάνατος
protothema.gr