Ένα νέο podcast με τον τίτλο Fallen Angel αποκαλύπτει όλα τα «μυστικά» πίσω από τα λαμπερά φώτα του οίκου Victoria’s Secret.
Το τελευταίο διάστημα έχουν κυκλοφορήσει πολλά δημοσιεύματα που αφορούν τις «απάνθρωπες» συμπεριφορές των υπεύθυνων απέναντι στα μοντέλα – αγγελάκια της Victoria’s Secret, που τις ήθελαν να πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια και να κάνουν εξαντλητικές δίαιτες, προκειμένου να εντάσσονται στα πρότυπα, που προωθεί το brand.
Όπως αποκαλύπτει όμως, στο podcast μία από τις υπαλλήλους του οίκου, η οποία ζήτησε να διατηρηθεί η ανωνυμία της και εμφανίζεται με το όνομα Σίντι, υπάρχουν και χειρότερα μυστικά, τα οποία έχουν καλυφθεί μέχρι σήμερα. Συγκεκριμένα, αφορούν τις σχέσεις του δισεκαττομυριούχου επιχειρηματία και ιδρυτή της L Brands, Λες Γουέξνερ με τον Τζέφρι Έπσταϊν.
Οι δύο άνδρες όχι μόνο παρενοχλούσαν μοντέλα του οίκου, αλλά μετά από τις επιδείξεις μόδας, έστηναν τα δικά τους πριβέ πάρτι με καλεσμένα τα «αγγελάκια της Victoria’s Secret». Όποια μάλιστα, τύχαινε να αρέσει σε έναν εκ των δύο, κατέληγε σίγουρα στο δωμάτιό τους.
«Όταν ερχόταν δίπλα σου ο Γουέξνερ, ένιωθες ξαφνικά σαν να σου έδινε δύναμη. Τόση αυτοπεποίθηση είχε. Αλλά άργησα να καταλάβω ότι κάτι πήγαινε λάθος», αναφέρει η Σίντι.
«Πάντα στην παρέα τους, φαινόταν σαν κάτι να μην πήγαινε σωστά. Για παράδειγμα, βρισκόμουν σε μία επίδειξη με το αφεντικό μου, τον Γουέξνερ και ήταν εκεί κι ο Έπσταϊν. Ξαφνικά, γύρισε, με κοίταξε και με κάλεσε σε΄ένα after πάρτι στο σπίτι του αφεντικού μου. Συνειδητοποίησα ότι κάτι δεν πάει καλά, αλλιώς γιατί να μην με καλούσε ο Γουέξνερ; Δεν ήξερα καν ποιος ήταν αυτός ο τύπος, ο Έπσταϊν. Οπότε αρνήθηκα», περιγράφει.
Όπως αναφέρει αργότερα, δεν ήταν η μόνη φορά που προσπάθησε να βρεθεί μαζί της. Λίγες ημέρες μετά την κάλεσε στο προσωπικό της τηλέφωνο, ζητώντας της να βρεθούν για μία επείγουσα φωτογράφιση, η οποία τελικά δεν έγινε ποτέ, αφού η ίδια αρνήθηκε.
Πέρα από τις δυσάρεστες εμπειρίες της στον οίκο και την σχέση του αφεντικού της με τον Έπσταϊν, η Σίντι μίλησε για τις συνέπειες που είχε στα μοντέλα η αυστηρή πολιτική που τηρούσε το brand. «Πολλές κατέληγαν με διατροφικές διαταραχές, άγχος, κατάθλιψη, κακή υγεία. Δεν υπήρχε καμία λάμψη στις ζωές τους, σαν αυτές που έβλεπε το κοινό στην πασαρέλα», δήλωσε.
Πολλά από τα κορίτσια είχαν φτάσει να κάνουν σε καθημερινή βάση χρήση φαιντερμίνης, όπως τους πρότειναν οι υπεύθυνοι του brand. Πρόκειται για μία ανορεκτική ουσία, που κόβει την όρεξη για φαγητό και συμβάλλει στην απώλεια κιλών. «Χάνεις περίπου 1 πόντο την ημέρα. Στην αρχή λειτούργησε, όμως στην συνέχεια εθίστηκε στα χάπια. Ένας διατροφολόγος που ρώτησα, τα χαρακτήριζε σαν “υποκατάστατα μεθαμφεταμίνης”. Μετά από αυτή την κοπέλα, πήραν όλες σειρά».
Παρά τα υπερβολικά αδύνατα κορμιά τους, οι υπεύθυνοι τις πίεζαν να αδυνατίσουν κι άλλο, χωρίς να ενδιαφέρονται πραγματικά για την υγεία τους, ακόμα κι αν τις έβλεπαν να λιποθυμούν μπροστά τους, φαινόμενο που ήταν πολύ συχνό, όπως αναφέρει η Σίντι.
«Τότε άρχισε σιγά – σιγά να φαίνεται ότι η κατάσταση ήταν λάθος. Κορίτσια γεμάτα ναρκωτικά, χάπια αδυνατίσματος, πάρτι με όργια και το μόνο που έβγαινε προς τα έξω ήταν η λαμπερή εικόνα, που έχτιζαν το πρωί. Οι νύχτες ήταν φρικτές. Δεν μιλάμε απλώς για πολύ αδύνατες κοπέλες, μιλάμε για άτομα άρρωστα και στο σώμα και στην ψυχή», έκλεισε.