Πιο υψηλά ακόμη είναι τα ποσοστά των παιδιών των εφήβων στην Κρήτη που καταναλώνουν αλκοόλ για περισσότερο από μία φορά το μήνα και περισσότερο από πέντε ποτήρια ποτού τη φορά.
Κοινωνικό και μείζον πρόβλημα κοινωνικής υγείας είναι το αποτέλεσμα του αλκοολισμού και της ανεξέλεγκτης χρήσης αλκοόλ, σύμφωνα με τον υπουργό Υγείας Ανδρέα Ξανθό, ο οποίος συμμετείχε στην ημερίδα που διοργάνωσε σήμερα στο Σπήλι του δήμου Αγίου Βασιλείου στο Ρέθυμνο, η 7η ΥΠΕ Κρήτης και ο δήμος Αγίου Βασιλείου για το αλκοόλ.
Ο αλκοολισμός, όπως ανέφερε ο υπουργός, είναι ένα πρόβλημα που επηρεάζει αρνητικά τους δείκτες υγείας της χώρας μας. «Οφείλουμε πλέον να προχωρήσουμε με σοβαρό τρόπο επενδύοντας παράλληλα και τους αντίστοιχους πόρους σε ένα συνολικό σχέδιο που θα παρεμβαίνει με αφετηρία την πρόληψη, στην αντιμετώπιση των συνεπειών της βλάβης στην υγεία από το αλκοόλ, αλλά και στην προσπάθεια του ατόμου στα επίπεδα πλήρους απεξάρτησης του, αλλά και της κοινωνικής επανένταξης των ανθρώπων που απεξαρτήθηκαν. Χρειάζεται μία ολιστική παρέμβαση, σε ένα πεδίο μεγάλο, που μπορούν να δράσουν το πανεπιστήμιο, η ιατρική κοινότητα, η αυτοδιοίκηση αλλά και η πολιτεία ώστε να συνεργαστούν προς την καταπολέμηση αυτής της μάστιγας», είπε ο κ. Ξανθός.
Τα ποσοστά αλκοολισμού για το Ρέθυμνο και τα Χανιά είναι αρκετά υψηλά, ανέφερε η διοικήτρια της 7ης ΥΠΕ Κρήτης Ελένη Μαυρομάτη.
Επισήμανε ότι πιο υψηλά ακόμη είναι τα ποσοστά των παιδιών των εφήβων που καταναλώνουν αλκοόλ για περισσότερο από μία φορά το μήνα και περισσότερο από πέντε ποτήρια ποτού τη φορά.
«Αυτό σύμφωνα με μελέτες τόσο ευρωπαϊκές όσο και ελληνικές από το 2015 έως και σήμερα είναι κάτι που είναι επαναλαμβανόμενο στις μικρές ηλικίες κυρίως όμως στη μελέτη του 2015 διαπιστώνουμε πως η χρήση είναι συστηματική και αφορά αγόρια από 11 έως 15 ετών σε ποσοστό 40 % και στα κορίτσια σε ποσοστό 37%. Στοιχεία που δείχνουν την κακή νοοτροπία που υπάρχει, την αποδοχή δυστυχώς από τις τοπικές κοινωνίες αλλά και ότι πιθανόν όπως φαίνεται η χρήση να ξεκινάει μέσα από την οικογένεια ανοίγοντας ουσιαστικά με την αποδοχή των γονέων έναν δρόμο που είναι πολύ σκοτεινός». Όλη αυτήν την κατάσταση πρέπει να την ελέγξουμε, να προλάβουμε την εξέλιξη της και να αντιληφθούμε όλοι ότι οι κίνδυνοι που εγκυμονούνται είναι τεράστιοι τονίζει η κα Μαυρομάτη εξηγώντας πως οι κίνδυνοι αυτοί σχετίζονται με τη βία στα σχολεία με το μπούλινγκ, κυρίως όμως με τα τροχαία δυστυχήματα που στην Κρήτη είναι ιδιαιτέρως αυξημένα και μάλιστα στις νεαρές ηλικίες.
«Υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι τα περισσότερα δυστυχήματα αφορούν σε εμπλοκή ενός μόνο αυτοκινήτου και όχι περισσοτέρων πράγμα που σημαίνει ότι ο οδηγός χάνει τον έλεγχο με έναν από τους κυριότερους λόγους αυτόν της χρήσης αλκοόλ, με δεύτερο λόγο αυτόν της χρήσης του κινητού τηλεφώνου. Γονείς καθηγητές, η επίσημη πολιτεία και υγειονομικοί φορείς πρέπει να ενώσουν τις δυνάμεις τους μαζί και η τοπική αυτοδιοίκηση ώστε να αλλάξουν αυτή την κουλτούρα. Όλοι πρέπει να ενημερώσουν να ευαισθητοποιήσουν η μία ομάδα την άλλη, ο ένας άνθρωπος τον άλλον και να αρχίσουν όλοι, να αντιλαμβάνονται το τεράστιο πρόβλημα που στοιχίζει ζωές ανθρώπων και αφορά στην κατανάλωση αλκοόλ», είπε η κα Μαυρομάτη.
Το υπουργείο αυτή την περίοδο βρίσκεται, όπως είπε ο κ. Ξανθός, προς την κατεύθυνση μιας σοβαρά επιμελημένης προσπάθειας παρεμβάσεων για το πρόβλημα, μέσα από ένα φιλόδοξο σχέδιο δράσης καταπολέμησης ειδικά του αλκοόλ, αλλά και γενικά των εξαρτήσεων. «Δράσεις μέσα από τη λογική πολυδύναμων κέντρων αποκεντρωμένα στην περιφέρεια, όπου θα μπορούν να συνεργάζονται όλοι οι φορείς που ασχολούνται με τις εξαρτήσεις ΟΚΑΝΑ, ΚΕΘΕΑ, κέντρα πρόληψης, κλινικές του ΕΣΥ και μονάδες του πανεπιστημίου. Επίσης, υπάρχουν κινητές μονάδες οι οποίες αποκεντρώνουν την παρέμβαση και δίνουν τη δυνατότητα εύκολης πρόσβασης στον πληθυσμό της ενδοχώρας και της υπαίθρου. Διότι είναι σαφές πως έχουμε να κάνουμε με καθημερινούς ανθρώπους και όχι με ανθρώπους περιθωριακούς και κοινωνικά αποκλεισμένους, άρα χρειάζεται το σύστημα να έχει πιο ευαίσθητες κεραίες, εδικά από τους επαγγελματίες της υγείας, αλλά και από όσους ασχολούνται με την κοινωνική πρόνοια και προστασία, ώστε συνεργαζόμενοι όλοι να μπορέσουμε να προσφέρουμε πιο αποτελεσματική φροντίδα και λύσεις στο πρόβλημα του αλκοόλ».
Οι πολιτικές που πρέπει να αναπτυχθούν για να καταπολεμηθεί η μάστιγα του αλκοολισμού, σύμφωνα με τον ψυχίατρο Αντώνη Λιοδάκη, διευθυντή του Κέντρου Ψυχικής Υγείας Ρεθύμνου, πρέπει να γεννηθούν από τα κάτω προς τα πάνω, δηλαδή να εκπαιδευτούν τα νέα παιδιά, οι μικροί, ώστε να τους γίνει συνείδηση πως: «οφείλουμε ως άνθρωποι μία διαφορετική αντίληψη διαχείρισης του αλκοόλ. Ήρθε η ώρα να αλλάξουμε αυτό που έχουμε συνηθίσει να λέμε στην Κρήτη, δηλαδή το πάμε να τα πιούμε για να τα πούμε και να λέμε στο εξής, πάμε να τα πούμε για να μην τα πιούμε…».
Το πρόβλημα αλκοολισμού στην Κρήτη, σύμφωνα με τον κ. Λιοδάκη, είναι τεράστιο και η κατάσταση πρέπει να αλλάξει γρήγορα. «Δυστυχώς για να γίνει αυτό πρέπει να ανατρέψουμε ογκόλιθους στερεοτύπων και διεργασιών που προσμετρούν τη λεβεντοσύνη και την αντρειοσύνη σε συναγωνισμό με το αλκοόλ. Η κυρίαρχη αυτή αντίληψη έχει οδηγήσει σε τραγικά πράγματα για την Κρήτη, τους ανθρώπους της, για όλο τον τόπο, διότι επί της ουσίας βάλαμε μέσα στο σώμα μας έναν εχθρό που κατοικεί, μας κυριαρχεί, μας κυριεύει. Είναι καιρός να αντιστρέψουμε αυτό το κλίμα, να πατήσουμε στα πόδια μας, και να αντιληφθούμε το πόσο ύπουλος εχθρός είναι το αλκοόλ και ο αλκοολισμός, μα πάνω από όλα να αξιολογήσουμε αυτό που έλεγαν οι αρχαίοι “παν μέτρον άριστον”» ανέφερε ο ψυχίατρος τονίζοντας παράλληλα: «Οι κοινωνικές συνθήκες και οι δυνάμεις μέσα στην κοινωνία είναι πια ώριμες στην Κρήτη ώστε να φύγουμε από αυτές τις αντιλήψεις, να δώσουμε στις τοπικές κοινωνίες μια δύναμη αυτοστοχασμού αλλά και συνέργιας με τις μονάδες υγείας, με την εκπαιδευτική κοινότητα, ώστε να διαμορφωθεί μία κουλτούρα συνεργασιών, ώστε να διαμορφώσουμε από κάτω προς τα πάνω συνθήκες τέτοιες που θα βοηθήσουν να απομακρυνθούμε από το θάνατο που λέγεται αλκοόλ. Πέρα από τη βλάβη τη σωματική λόγω του αλκοολισμού, πρέπει να κατανοήσουν όλοι πως δημιουργούνται συνθήκες θανάτου, σαν να υπονομεύουμε δηλαδή τον εαυτό μας σε έναν αργό θάνατο».
Σχετικά με το Ρέθυμνο ο υπουργός Υγείας ανέφερε ότι στον αγώνα καταπολέμησης της μάστιγας του αλκοολισμού, ο πήχης πρέπει να μπει πιο ψηλά μιας και τα στοιχεία δείχνουν ότι ο νομός βρίσκεται στις πρώτες θέσεις κατανάλωσης αλκοόλ. «Στηρίζουμε τις δομές που ασχολούνται με τις εξαρτήσεις και αναλαμβάνουμε δράσεις όπως η σημερινή και δεν είναι τυχαίο ότι η μονάδα Ρεθύμνου του ΟΚΑΝΑ για πρώτη φορά διεύρυνε το πεδίο παρέμβασης της πέρα από το οπιούχα και σε θέματα αλκοόλ με τη μονάδα πολλαπλής παρέμβασης. Παλαιότερα οι εξαρτήσεις ταυτιζόταν με τα ναρκωτικά. Σήμερα πια είναι και το αλκοόλ, ο τζόγος, η εξάρτηση από το διαδίκτυο, φαινόμενα καινούργια που έχουν αναδειχθεί τα τελευταία χρόνια, έχουν όμως επιδεινωθεί στη διάρκεια της κρίσης» σημείωσε.
Δεν υπάρχει άλλος χρόνος για χάσιμο, δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Γιάννης Ταταράκης, δήμαρχος Αγίου Βασιλείου στο Ρέθυμνο, υπερθεματίζοντας για τη συνεργασία Τοπικής Αυτοδιοίκησης και υπουργείου Υγείας σχετικά με το πρόβλημα που δημιουργεί η κατανάλωση αλκοόλ στην Κρήτη και δη στην Περιφέρεια της. «Πρέπει να κάνομε όσο πιο γρήγορα γίνεται όσο πιο πολύ δουλειά χρειάζεται για να έχουμε άμεσα αποτελέσματα. Η ανάγκη για λύσεις φάνηκε και από τη μεγάλη συμμετοχή στην εκδήλωση, κυρίως όμως από το γεγονός ότι για πάνω από πέντε ώρες όλοι είχαν να πουν, να καταθέσουν, να μοιραστούν τις αρνητικές εμπειρίες που είχαν ή έχουν με πρόσωπα που βρίσκονται στην εξάρτηση από το αλκοόλ» συμπλήρωσε.
Στην ημερίδα επιστήμονες, εκπρόσωποι συλλόγων αλλά και πρώην εξαρτημένοι κατέθεσαν τις απόψεις και τις μαρτυρίες τους σε μία βιωματική συζήτηση με τους παρευρισκόμενους η οποία, όπως ανέφερε ο υπουργός, ήταν συγκλονιστική. «Το αλκοόλ είναι πια ένας φανερός εχθρός και πρέπει όλοι μαζί μέσα από το ενδιαφέρον μας ο ένας άνθρωπος για τον άλλον, να το πολεμήσουμε και να το νικήσουμε. Όλα όσα ακούσαμε κυρίως ως μαρτυρίες ήταν ένα μάθημα ευαισθησίας, ανθρωπιάς και αξιοπρέπειας που δίνει το μάθημα ότι μέσα από μία προσπάθεια συνεργιών ανάμεσα στο κράτος, την αυτοδιοίκηση στην επιστημονική κοινότητα αλλά και στους πολίτες μπορούμε να περάσουμε το μήνυμα ότι υπάρχει σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα».
ΑΠΕ